Οι συνθήκες της ζωής μας και η οργάνωση της κοινωνίας μας επιβεβαιώνουν τη φράση του λογοτέχνη: “ποτέ
άλλοτε οι στέγες των σπιτιών δεν ήταν τόσο κοντά όσο σήμερα, αλλά και
ποτέ άλλοτε οι καρδιές των ανθρώπων δεν ήταν τόσο μακρυά όσο σήμερα”.
Αυτή η αίσθηση της τρομερής μοναξιάς του σημερινού ανθρώπου επιτείνεται
στις δύσκολες ώρες του πόνου, της αρρώστιας και των ποικίλων δυσχερειών
της ζωής.
Διαβάζοντας για τη θεραπεία του Παραλύτου της Βησθαιδά καλούμαστε να εμβαθύνουμε στο πρόβλημα της ανθρώπινης αρρώστιας, της οδύνης και της μοναξιάς, αλλά και της ανάγκης για κατανόηση και συμπαράσταση.
Θαυμάζουμε το μεγαλείο της υπομονής του ανθρώπου που, ενώ ήταν 38 χρόνια παράλυτος, δεν έχανε την ελπίδα του.Μένουμε έκπληκτοι μπροστά στη καρτερική αντιμετώπιση της ασθένειάς του και την επιείκιά του προς τους άλλους, που αδιαφορούν για τη θλιβερή του κατάσταση.
Στην κάθε μοναξιά μας
ας συναισθανόμαστε τότε περισσότερο την παρουσία του Θεού, που μας
κατανοεί πιο πολύ από τον κάθε άνθρωπο. Ας στρέφουμε το βλέμμα μας σε
Εκείνον, για να υπερνικούμε τη μοναξιά λέγοντάς του “ελθέ ο Μόνος προς μόνον, ότι μόνος ειμί καθάπερ οράς” – έλα εσύ που είσαι Μοναδικός σε εμένα που είμαι μοναχικός, γιατί βλέπεις πως είμαι μόνος.
Αποσπάσματα από ομιλία του Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, επισκόπου Αχρίδος, για την Κυριακή του Παραλύτου
(επιλέξαμε τα
σημαντικότερα σημεία, για όσους δεν έχουν τον χρόνο να διαβάσουν όλο το
κείμενο. Παρακάτω παραθέτουμε και ολόκληρο το κείμενο της ομιλίας)
“Η Αγία Γραφή κι η
εκκλησιαστική ιστορία μάς προσφέρουν τα μεγαλύτερα παραδείγματα
υπομονής σε βάσανα πρωτάκουστα στους ανθρώπους. Κάνοντας την
περιγραφή τού δύστυχου ανθρώπου που ήταν παράλυτος για τριάντα οκτώ
χρόνια, με υπομονή κι ελπίδα, το ευαγγέλιο μας αποκαλύπτει ταυτόχρονα ή
μάλλον μας διαβεβαιώνει για δύο μεγάλα μυστήρια. Το πρώτο είναι πως ο άνθρωπος αυτός, που ήταν τόσα χρόνια άρρωστος, χρωστούσε την αιτία της αρρώστιας του στον ίδιο, στην αμαρτία του. Το δεύτερο είναι πως ο παντοδύναμοςΚύριος Ιησούς θεράπευσε τον άρρωστο με τη θεϊκή του δύναμη,
λέγοντας τα εξής: «έγειρε, άρον τον κράβαττόν σου και περιπάτει» (Ιωάν.
ε’ 8). Με τα λόγια αυτά αποκαλύφτηκαν για μια ακόμα φορά η θεϊκή αγάπη
Του για το ανθρώπινο γένος κι η θεϊκή Του δύναμη, που επιφανειακά
καλύπτονταν με το παραπέτασμα της ανθρώπινης σάρκας.
Οι πέντε στοές στην
Προβατική Κολυμβήθρα έχουν καταρρεύσει εδώ και πολλά, πάρα πολλά χρόνια.
Μη νομίζετε όμως πως η ιστορία τής ανθρώπινης θλίψης και της φτώχειας
που κείτεται θαμμένη στα ερείπιά της έχει τελειώσει. Δεν έχει υποπέσει
στις αισθήσεις σας συγκεντρωμένος πόνος και θλίψη, δάκρυα και στεναγμοί,
αμαρτία κι ανομία, πονηρές και κακές σκέψεις, τυφλές επιθυμίες και
άνομα πάθη, ατελέσφορες προσπάθειες και φρούδες ελπίδες; Αχ Βηθεσδά,
Βηθεσδά, πόσο παγκόσμια είσαι! Σε σένα ο άγγελος τού Θεού εκείνη την
εποχή λειτουργούσε σαν τον ποιμένα που σώζει ένα ένα τα χαμένα πρόβατά
του, ωσότου εμφανιστεί ο Ποιμήν των πάντων, αγγέλων κι ανθρώπων.
Ο συγκεκριμένος
παράλυτος άνθρωπος ήταν πολύ-πολύ άρρωστος. Μια αρρώστια που κρατάει
τριάντα οκτώ μέρες, στους ανθρώπους μοιάζει ατέλειωτη. Τί να πούμε τώρα
για μια αρρώστια που κρατάει τριάντα οκτώ χρόνια; Οι χαρούμενες ώρες
έχουν φτερά, περνάνε γρήγορα. Οι ώρες του πόνου όμως είναι άπτερες,
συχνά δεν έχουν ούτε πόδια και περνάνε πολύ αργά. Για έναν παράλυτο
άνθρωπο, φαίνεται νά ‘χει παραλύσει κι ο ίδιος ο χρόνος. Αντί να τον κυνηγάει ο χρόνος, τον κυνηγούσε αυτός, τον έσπρωχνε.
Τί ηρωική υπομονή είχε ο άνθρωπος αυτός! Τί
υπεράνθρωπες προσπάθειες θα κατέβαλε για να συρθεί ως την κολυμβήθρα τη
στιγμή που ο άγγελος του Θεού τάραζε το νερό! Τί σταθερήελπίδα είχε
στη θεραπεία του από μέρα σε μέρα, από χρόνο σε χρόνο, ακόμα κι από
δεκαετία σε δεκαετία! Μ’ όλο που ο άνθρωπος αυτός υπέφερε τόσο πολύ για
τις αμαρτίες του, δεν μπορούμε παρά να τον θαυμάζουμε. Όταν τον φέρνουμε
στο νου μας, δεν μπορεί παρά να σκεφτόμαστε τόσους αδύναμους χαρακτήρες
-άνδρες και γυναίκες, νέους και νέες- στις μέρες μας που, αν και
υφίστανται πολύ λιγότερη πίεση, σηκώνουν τα χέρια τους, παραιτούνται από
τη ζωή κι αναχωρούν για την άλλη αυτόχειρες.
Ανάμεσα σε τόσους
ανθρώπους στην Ιερουσαλήμ, από τους άνεργους ως τους πλούσιους και
δυνατούς, δεν υπάρχει ούτε ένας και μοναδικός για ν’ απλώσει το χέρι του
και να σε βοηθήσει για χάρη της ψυχής του;Όχι, ούτε ένας. Έπρεπε να
‘ρθει κάποιος Άνθρωπος από τη Γαλιλαία, να κάνει ένα τριήμερο και
κουραστικό ταξίδι, την ώρα που πολλοί άνεργοι και χασομέρηδες γυρνούν
ανέμελα στην πόλη μέρα νύχτα, λίγα μόλις μέτρα μακριά από το κρεβάτι
σου; Υπάρχουν, Κύριε, πολλοί περπατούν κοντά μου, μα εγώ «άνθρωπον ουκ έχω».
Ο Κύριος με το που
πραγματοποίησε τη θεραπεία χάθηκε μέσα στο πλήθος κι άφησε τα πράγματα
να εξελιχτούν μόνα τους. Εκείνος είναι ο σπορέας. Σπέρνει τον καλό
σπόρο και τον αφήνει ν’ αναπτυχθεί και με τον καιρό να καρποφορήσει,
ανάλογα με τον τόπο όπου έπεσε. Ο Κύριος έκανε το καλό έργο, το θεϊκό,
τόσο σε δύναμη όσο και σε αγάπη, κι αποσύρθηκε για να γλιτώσει τον
έπαινο των ανθρώπων, όπως είπε λίγο αργότερα: «Δόξαν παρά ανθρώπων
ου λαμβάνω» (Ιωάν. ε’ 41). Φεύγει μακριά από τους ανθρώπους για να μη
τον φθονήσουν, όπως γίνεται συνήθως. Φεύγει όμως για να δώσει παράδειγμα
και σ’ όλους εμάς που λεγόμαστε χριστιανοί. Το καλό έργο
τελειοποιείται και δικαιώνεται όταν γίνεται μόνο από αγάπη για τον
άνθρωπο και για τη δόξα τού Θεού. Όλοι εκείνοι που επιθυμούν να κάνουν
καλά έργα, ας μη τα κάνουν από ματαιότητα, για να προσελκύσουν τον
έπαινο των ανθρώπων. Όποιος επιδείχνει τα καλά του έργα σε κοινή θέα,
μοιάζει με τον άνθρωπο που βάζει τα πρόβατα ανάμεσα στους λύκους. Γι’
αυτό και πρέπει να προσέχουμε πολύ τα καλά μας έργα, ν’ αποφεύγουμε να
προκαλούμε τον έπαινο ή το φθόνο των άλλων. Όποιος γυρεύει σκόπιμα τον
έπαινο των άλλων, ξέχωρα από το καλό του έργο, θα κάνει και δύο κακά: Τον έπαινο, που θα βλάψει τον ίδιο προσωπικά, και το φθόνο, που θα βλάψει τους άλλους.
«Μετά ταύτα ευρίσκει
αυτόν ο Ιησούς εν τω ιερώ και είπεν αυτώ ίδε υγιής γέγονας μηκέτι
αμάρτανε, ίνα μη χείρον σοι τι γένηται» (Ιωάν. ε’ 14). Ο Κύριος θεράπευσε το σώμα και τώρα αναβιβάζει το γεγονός αυτό σε ανώτερη σφαίρα, στην πνευματική του διάσταση. Κάνει
τον θεραπευμένο να συνειδητοποιήσει ότι η πηγή κι η αιτία τής φοβερής
του αρρώστιας ήταν η αμαρτία. Και τον προειδοποιεί να πάψει ν’
αμαρτάνει. Ίνα μη χείρον σοί τι γένηται.”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου