«Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;»
(Ἰωάν. 5,7) ΕΝΑ...
Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου (Ἰωάν. 5,1-15)
Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,7)
ΕΝΑ θαῦμα, ἀγαπητοί μου, διηγεῖται σήμερα τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Ποιό εἶνε τὸ θαῦμα αὐτό; Ὁ Χριστὸς ἀνέστησε ἕνα νεκρό. Λάθος κάνεις, θὰ μοῦ πῆτε· ἐμεῖς δὲν ἀκούσαμε σήμερα στὸ εὐαγγέλιο ὅτι ἀνέστησε νεκρό· ἀκούσαμε ὅτι θεράπευσε ἕνα παράλυτο. Ναί, ἀλλ᾽ αὐτὸς ἦταν σὲ τέτοιο βαθμὸ παραλυσίας, ὥστε δὲν διέφερε ἀπὸ ἕνα νεκρό. Ἦταν νεκρὸς ἄταφος· χέρια εἶχε καὶ χέρια δὲν εἶχε, πόδια εἶχε καὶ πόδια δὲν εἶχε. Ἦταν διαρκῶς ἀκίνητος.
Ζωὴ σημαίνει κίνησις. Τὸ σκουληκάκι κινεῖται μέσα στὸ βόρβορό του, τὸ μυρμήγκι διανύει χιλιόμετρα, ἡ μέλισσα φθάνει σὲ ἀπίστευτες ἀποστάσεις ἀπὸ τὴν κυψέλη της, τὰ πουλιὰ ἔρχονται μακριά, ἀπὸ τὸ Βόρειο καὶ τὸ Νότιο πόλο, στὴν πατρίδα μας. Ὅλα ὅσα ἔχουν ζωή, κινοῦνται· ἕνας δὲν ἐκινεῖτο, ὁ παράλυτος. Εἶδα στὸ Ἄσυλο Ἀνιάτων τῶν Ἀθηνῶν ἕνα παράλυτο, περίπου μιὰ εἰκόνα τοῦ παραλύτου τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Ἦταν τελείως ἀκίνητος, οὔτε τὸ χέρι του δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσῃ· ἡ νοσοκόμος τὸν τάιζε.
Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,7)
ΕΝΑ θαῦμα, ἀγαπητοί μου, διηγεῖται σήμερα τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Ποιό εἶνε τὸ θαῦμα αὐτό; Ὁ Χριστὸς ἀνέστησε ἕνα νεκρό. Λάθος κάνεις, θὰ μοῦ πῆτε· ἐμεῖς δὲν ἀκούσαμε σήμερα στὸ εὐαγγέλιο ὅτι ἀνέστησε νεκρό· ἀκούσαμε ὅτι θεράπευσε ἕνα παράλυτο. Ναί, ἀλλ᾽ αὐτὸς ἦταν σὲ τέτοιο βαθμὸ παραλυσίας, ὥστε δὲν διέφερε ἀπὸ ἕνα νεκρό. Ἦταν νεκρὸς ἄταφος· χέρια εἶχε καὶ χέρια δὲν εἶχε, πόδια εἶχε καὶ πόδια δὲν εἶχε. Ἦταν διαρκῶς ἀκίνητος.
Ζωὴ σημαίνει κίνησις. Τὸ σκουληκάκι κινεῖται μέσα στὸ βόρβορό του, τὸ μυρμήγκι διανύει χιλιόμετρα, ἡ μέλισσα φθάνει σὲ ἀπίστευτες ἀποστάσεις ἀπὸ τὴν κυψέλη της, τὰ πουλιὰ ἔρχονται μακριά, ἀπὸ τὸ Βόρειο καὶ τὸ Νότιο πόλο, στὴν πατρίδα μας. Ὅλα ὅσα ἔχουν ζωή, κινοῦνται· ἕνας δὲν ἐκινεῖτο, ὁ παράλυτος. Εἶδα στὸ Ἄσυλο Ἀνιάτων τῶν Ἀθηνῶν ἕνα παράλυτο, περίπου μιὰ εἰκόνα τοῦ παραλύτου τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Ἦταν τελείως ἀκίνητος, οὔτε τὸ χέρι του δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσῃ· ἡ νοσοκόμος τὸν τάιζε.