«Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;»
(Ἰωάν. 5,7) ΕΝΑ...
Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου (Ἰωάν. 5,1-15)
Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,7)
ΕΝΑ θαῦμα, ἀγαπητοί μου, διηγεῖται σήμερα τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Ποιό εἶνε τὸ θαῦμα αὐτό; Ὁ Χριστὸς ἀνέστησε ἕνα νεκρό. Λάθος κάνεις, θὰ μοῦ πῆτε· ἐμεῖς δὲν ἀκούσαμε σήμερα στὸ εὐαγγέλιο ὅτι ἀνέστησε νεκρό· ἀκούσαμε ὅτι θεράπευσε ἕνα παράλυτο. Ναί, ἀλλ᾽ αὐτὸς ἦταν σὲ τέτοιο βαθμὸ παραλυσίας, ὥστε δὲν διέφερε ἀπὸ ἕνα νεκρό. Ἦταν νεκρὸς ἄταφος· χέρια εἶχε καὶ χέρια δὲν εἶχε, πόδια εἶχε καὶ πόδια δὲν εἶχε. Ἦταν διαρκῶς ἀκίνητος.
Ζωὴ σημαίνει κίνησις. Τὸ σκουληκάκι κινεῖται μέσα στὸ βόρβορό του, τὸ μυρμήγκι διανύει χιλιόμετρα, ἡ μέλισσα φθάνει σὲ ἀπίστευτες ἀποστάσεις ἀπὸ τὴν κυψέλη της, τὰ πουλιὰ ἔρχονται μακριά, ἀπὸ τὸ Βόρειο καὶ τὸ Νότιο πόλο, στὴν πατρίδα μας. Ὅλα ὅσα ἔχουν ζωή, κινοῦνται· ἕνας δὲν ἐκινεῖτο, ὁ παράλυτος. Εἶδα στὸ Ἄσυλο Ἀνιάτων τῶν Ἀθηνῶν ἕνα παράλυτο, περίπου μιὰ εἰκόνα τοῦ παραλύτου τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Ἦταν τελείως ἀκίνητος, οὔτε τὸ χέρι του δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσῃ· ἡ νοσοκόμος τὸν τάιζε.
Ἔτσι ἦταν λοιπὸν ὁ παράλυτος τῆς Βηθεσδά. Καὶ πόσα χρόνια, παρακαλῶ, ζοῦσε τὸ δρᾶμα αὐτό; Ὄχι ἕνα ἢ δύο ἢ τρία χρόνια· 38 χρόνια, μιὰ ὁλόκληρη ζωή. Καὶ δὲν ἦταν μόνο παράλυτος, ἀσθενὴς πολυχρόνιος καὶ ἀνίατος· κοντὰ σ᾽ αὐτὰ εἶχε καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ τὸν πονοῦσε περισσότερο· ἦταν ἐγκαταλελειμμένος. Κάποιος σπλαχνικὸς γείτονας τὸν πῆρε στὸν ὦμο καὶ τὸν ἔφερε ἐκεῖ στὸ ὑπόστεγο τῆς δεξαμενῆς, ὅπου κάθε τόσο, ὅπως ἀκούσαμε, σὲ ἄγνωστη ὥρα, ἕνας ἄγγελος τάραζε τὸ νερὸ καὶ τότε αὐτὸ ἔπαιρνε τρόπον τινὰ ῥαδιενέργεια, θαυματουργικὴ δύναμι, καὶ θεράπευε ἐκεῖνον ποὺ θὰ εἶχε τὸ εὐτύχημα νὰ πέσῃ πρῶτος μέσα στὰ ταραγμένα νερά. Ἀλλ᾽ αὐτὸς δὲν μποροῦσε νὰ κινηθῇ· ἔμενε ἐκεῖ, δίπλα στὴ δεξαμενή, τὴ θαυματουργικὴ στέρνα, ἀκίνητος σὰν πέτρα, μολύβι ἀσήκωτο.
Τὸν εἶχαν λησμονήσει ὅλοι.
Δὲν εἶχε ἆραγε αὐτὸς οἰκογένεια; Φαίνεται, ὅτι ἀκόμα καὶ ἡ γυναίκα του, ποὺ θά ᾽πρεπε νά ᾽νε δίπλα του, ἀπουσίαζε. Δυστυχῶς καὶ ἡ συζυγικὴ ἀγάπη ἔρχονται περιστάσεις ποὺ ἀτονεῖ. Τί φοβερό! κι αὐτὴ ποὺ ἀγάπησες μὲ τὴν πιὸ τρυφερὰ ἀγάπη, μπορεῖ νὰ σ᾽ ἐγκαταλείψῃ· τὸ παιδὶ ποὺ γέννησες καὶ ἀνέθρεψες, μπορεῖ νὰ σ᾽ ἐγκαταλείψῃ. Ὅλοι μπορεῖ νὰ σ᾽ ἐγκαταλείψουν καὶ νὰ μείνῃς μόνος· ἕνας δὲν σὲ λησμονεῖ, ὁ Θεός. Στὰ χρόνια τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως στὴν Πελοπόννησο, σὲ μιὰ δύσκολη περίστασι, ἄφησαν ὅλοι τὸ γέρο – Κολοκοτρώνη κ᾽ ἔμεινε ὁλομόναχος. Τότε κατέφυγε σ᾽ ἕνα ἐκκλησάκι, προσευχήθηκε, καὶ πῆρε θάρρος· αἰσθάνθηκε, ὅτι ἔχει τὸ Θεὸ μαζί του. Κι ὅποιος ἔχει τὸ Θεὸ μαζί του, δὲ νιώθει μόνος.
Ὁ παράλυτος λοιπὸν τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου ἦταν ἐγκαταλελειμμένος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν τὸν ξέχασε. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς, ποὺ φόρεσε σάρκα ἀνθρώπινη καὶ κατέβηκε ἀπὸ τὰ οὐράνια ἐδῶ στὴ γῆ, ἀποφάσισε νὰ τὸν θεραπεύσῃ. Πῆγε κοντά του, ἐκεῖ στὸ ὑπόστεγο ποὺ ἦταν κατάκοιτος, καὶ τὸν πλησίασε σὰν ἄγνωστος ξένος. Ἀλλὰ προτοῦ νὰ τὸν θεραπεύσῃ τοῦ εἶπε κάτι. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ παρακαλῶ νὰ προσέξετε, γιατὶ ἔχει μεγάλη σημασία.
Προτοῦ νὰ τὸν θεραπεύσῃ ὁ Χριστὸς τὸν ἐρωτᾷ· «Θέλεις νὰ γίνῃς καλά;» (Ἰωάν. 5,7). Περίεργη ἐρώτησι. Ἄρρωστος αὐτὸς 38 χρόνια, τί ἄλλο λαχταροῦσε παρὰ τὴ θεραπεία του. Γιατί λοιπὸν ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπευθύνει τὴν ἐρώτησι αὐτή; Τί θέλει μ᾽ αὐτὸ νὰ μᾶς διδάξῃ;
Ὁ Χριστὸς θέλει νὰ διδάξῃ ἕνα μεγάλο δίδαγμα· ὅτι σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Γι᾽ αὐτὸ κ᾽ ἐμεῖς πρέπει νὰ σεβώμεθα τὴν ἐλευθερία τοῦ συνανθρώπου μας. Διότι ἂν ἔχῃ κάτι ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ ὁποῖο διακρίνεται ἀπὸ τὸ κτῆνος ―ἐκτὸς τῆς λογικῆς καὶ τῆς συνειδήσεως―, εἶνε ἡ ἐλευθερία του.
* * *
Ἐλευθερία εἶνε τὸ νὰ ἔχῃ τὴ δυνατότητα ὁ ἄνθρωπος νὰ σκέπτεται καὶ νὰ ἐκφράζῃ τὰ φρονήματά του, τὸ νὰ μπορῇ νὰ ἐνεργῇ χωρὶς περιορισμούς, τὸ νὰ κινῆται μέσα στὰ πλαίσια τοῦ ἀγαθοῦ. Ἡ ἐλευθερία εἶνε δῶρο τοῦ Θεοῦ· ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε ἐλεύθερος.
Ἀναγκαία ἡ ἐλευθερία. Τὸ ν᾽ ἀφαιρέσῃ κανεὶς τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου εἶνε σκληρό, ἀποτρόπαιο, ἀντικοινωνικό, ἀντιδημοκρατικό, ἀντιφυσικό, ἀπάνθρωπο ―τίποτα δὲν εἶπα―, εἶνε ἀντιχριστιανικό, ἀντίθεο. Ὅποιος στερεῖ τὴν ἐλευθερία τοῦ προσώπου (ἡ ὁποία ἐννοεῖται ὅτι κινεῖται μέσα στὰ πλαίσια τῆς ἐννόμου τάξεως καὶ τῆς εὐπρεπείας), κάνει κάτι σατανικό. Τὸ ν᾽ ἀφαιρέσῃς τὴν ἐλευθερία ἀπὸ κάποιον εἶνε σὰ νὰ τοῦ ἀφαιρῇς τὸ ὀξυγόνο. Εἶνε σὰ νὰ βγάζῃς τὸ ψάρι ἀπὸ τὴ θάλασσα· τὸ ψάρι πλάστηκε γιὰ νὰ κολυμπᾷ στὸ νερό, κι ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ κολυμπᾷ στὴν ἐλευθερία. Γι᾽ αὐτὸ οἱ γυναῖκες στὸ Σούλι ἔψαλλαν·
«Στὴ στεριὰ δὲ ζῇ τὸ ψάρι οὔτε ἀνθὸς στὴν ἀμμουδιά,
κ᾽ οἱ Σουλιώτισσες δὲν ζοῦνε δίχως τὴν ἐλευθεριά».
Κανένας λαὸς δὲν ὕμνησε μὲ τόσο πάθος τὴν ἐλευθερία ὅπως ὁ Ἑλληνικὸς λαός. Ὑπενθυμίζω μόνο τὸ στίχο τοῦ ῾Ρήγα Φεραίου
«Καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωὴ
παρὰ σαράντα χρόνια σκλαβιὰ καὶ φυλακή».
Ἐλεύθερος λαὸς ἐμεῖς, οἱ ὁποῖοι χύσαμε ποταμοὺς αἱμάτων γιὰ τὴν ἐλευθερία, αἰσθανόμεθα τὴ σημασία τοῦ λόγου ποὺ εἶπε σήμερα ὁ Θεάνθρωπος «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (ἔ.ἀ.). Ἐὰν θέλῃς, σὲ κάνω καλά· ἐὰν δὲν θέλῃς, ὄχι.
Τὸ αἴτημα τῆς ἐλευθερίας εἶνε ἀρχέγονο καὶ πανανθρώπινο. Καὶ πρὸ Χριστοῦ, ἀπὸ τὰ χρόνια τῆς παλαιᾶς διαθήκης, ὁ Θεὸς φωνάζει· Ἄνθρωπε, ἔβαλα μπροστά σου δυὸ πράγματα, τὴ φωτιὰ καὶ τὸ νερό· διάλεξε καὶ πάρε. Ἂν ἁπλώσῃς τὸ χέρι σου στὸ νερό, θὰ δροσιστῇς· ἂν τὸ ἁπλώσῃς στὴ φωτιά, θὰ καῇς (Σ. Σειρ. 15,16).
* * *
Νερὸ δροσερό, ἀγαπητοί μου, εἶνε οἱ ἀλήθεια τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, τὰ δόγματα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Φωτιὰ ποὺ καίει ποιό εἶνε· εἶνε ἡ πλάνη, ἡ κακία, ἡ διαφθορά (ἡ κλεψιά, τὸ ψέμα, ἡ συκοφαντία, ἡ ψευδομαρτυρία, ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ βλασφημία, τὸ ἔγκλημα). Διάλεξε καὶ πάρε, ἄνθρωπε. Κι ὁ ἄνθρωπος τοῦ αἰῶνος μας τί διαλέγει;
Ἐδῶ εἶνε ἡ τραγικότης. Τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου εἶνε ἡ ἐλευθερία, ἀλλ᾽ αὐτὴ εἶνε καὶ ἡ τραγικότης του. Γι᾽ αὐτὸ ὡρισμένοι ἰσχυρίζονται, ὅτι εἶνε προτιμότερο νὰ κυβερνηθοῦν οἱ λαοὶ μὲ περιορισμὸ τῆς ἐλευθερίας, ὥστε νὰ παιδαγωγηθοῦν κατὰ τὸ συμφέρον, παρὰ ν᾽ ἀφεθοῦν μὲν ἐλεύθεροι ἀλλὰ νὰ ταλαιπωροῦνται ἀπὸ τὰ λάθη των. Εἶνε δίκοπο μαχαίρι ἡ ἐλευθερία· συμφέρει ἢ δὲ συμφέρει; εἶνε πλεονέκτημα ἢ μειονέκτημα; Μεγάλο καὶ περίπλοκο ζήτημα αὐτό. Μολονότι ὅμως ἐνέχει κίνδυνο ἡ ἐλευθερία, δὲν παύει νὰ εἶνε πλεονέκτημα καὶ προνόμιο τοῦ ἀνθρώπου· ἀξίζει γι᾽ αὐτὴν νὰ συμβαίνουν ὅσα συμβαίνουν.
«Διάλεξε καὶ πάρε» λοιπόν. Καὶ ἡ ἀνθρωπότης διαλέγει τὴ φωτιά! Κρίμα στὰ γράμματα καὶ τὶς ἐπιστῆμες καὶ τὰ πανεπιστήμια καὶ τὴ διπλωματία. Δυὸ φορὲς ἡ ἀνθρωπότης ἔβαλε τὸ χέρι στὴ φωτιά· ἢ μᾶλλον ὄχι ἁπλῶς τὸ χέρι ἔβαλε, ἀλλὰ ὁλόκληρη ἔπεσε μέσ᾽ στὴ φωτιά, στὸν παγκόσμιο πόλεμο. Στὸν πρῶτο παγκόσμιο πόλεμο 20 ἑκατομμύρια νεκροί, στὸν δεύτερο 38 ἑκατομμύρια νεκροί. Ὤ Θεέ μου! Μανάδες, σεῖς πρὸ παντὸς ποὺ αἰσθάνεσθε περισσότερο τὴ ζωὴ στὰ σπλάχνα σας, ἀσπρομάλληδες γέροντες καὶ μικρὰ παιδιά, προσευχηθῆτε. Δὲν εἶμαι προφήτης· βλέπω, ὅπως ὅλοι, ὅτι ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου κρέμεται ἀπὸ μιὰ κλωστή. Ἐὰν αὐτὴ κοπῇ, θὰ ἐκραγῇ νέος παγκόσμιος πόλεμος, ἢ μᾶλλον ὁ Ἁρμαγεδὼν τῆς Ἀποκαλύψεως (16,16), ποὺ θὰ εἶνε τὸ τέλος τῆς ἀνθρωπότητος. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάξῃ καὶ ἂς χαρίσῃ τὴν εἰρήνη στὸν κόσμο.
Ἀλλὰ ἡ εἰρήνη στηρίζεται στὴν ἐλευθερία. Ὁ Κύριος ἐρωτᾷ· Ἀνθρωπότης, «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». Δυστυχῶς δὲν διδαχθήκαμε ἀπὸ τὰ παθήματά μας. Παρ᾽ ὅλα τὰ φῶτα τῆς ἐπιστήμης, εἴμαστε λιγώτερο νοήμονες ἀπὸ τὰ ζῷα. Τὸ γαϊδουράκι ποὺ γλίστρησε σ᾽ ἕνα λάκκο, ὅταν ξαναπερνᾷ ἀπὸ ᾽κεῖ προσέχει μὴ ξαναπέσῃ. Τὸ Εὐαγγέλιο κηρύττει τὴν ἐλευθερία. Οἱ ἄνθρωποι δυστυχῶς κλείνουν τ᾽ αὐτιά τους. Δὲν συνετίζονται. Μέσ᾽ στοὺς χίλιους ἕνας ἀκούει τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἐν τῷ μεταξὺ τὰ θηρία βρυχῶνται καὶ ἑτοιμάζονται πάνοπλα γιὰ ἐπίθεσι. Τί θὰ γίνῃ, ποιός θὰ ἐπικρατήσῃ;
Μὲ βάσι τὴν ἁγία Γραφὴ λέγω· δὲν θὰ νικήσῃ ἡ ἀρκούδα, οὔτε ὁ λέων, κανένα θηρίο. Ἡ Ἀποκάλυψις τελειώνει μὲ αἰσιόδοξο μήνυμα· θὰ νικήσῃ τὸ Ἀρνίον. Τὸ δὲ Ἀρνίον εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἀνδρέου Λευκῶνος – Πρεσπῶν τὴν 16-5-1976
augoustinos-kantiotis.gr
Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,7)
ΕΝΑ θαῦμα, ἀγαπητοί μου, διηγεῖται σήμερα τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Ποιό εἶνε τὸ θαῦμα αὐτό; Ὁ Χριστὸς ἀνέστησε ἕνα νεκρό. Λάθος κάνεις, θὰ μοῦ πῆτε· ἐμεῖς δὲν ἀκούσαμε σήμερα στὸ εὐαγγέλιο ὅτι ἀνέστησε νεκρό· ἀκούσαμε ὅτι θεράπευσε ἕνα παράλυτο. Ναί, ἀλλ᾽ αὐτὸς ἦταν σὲ τέτοιο βαθμὸ παραλυσίας, ὥστε δὲν διέφερε ἀπὸ ἕνα νεκρό. Ἦταν νεκρὸς ἄταφος· χέρια εἶχε καὶ χέρια δὲν εἶχε, πόδια εἶχε καὶ πόδια δὲν εἶχε. Ἦταν διαρκῶς ἀκίνητος.
Ζωὴ σημαίνει κίνησις. Τὸ σκουληκάκι κινεῖται μέσα στὸ βόρβορό του, τὸ μυρμήγκι διανύει χιλιόμετρα, ἡ μέλισσα φθάνει σὲ ἀπίστευτες ἀποστάσεις ἀπὸ τὴν κυψέλη της, τὰ πουλιὰ ἔρχονται μακριά, ἀπὸ τὸ Βόρειο καὶ τὸ Νότιο πόλο, στὴν πατρίδα μας. Ὅλα ὅσα ἔχουν ζωή, κινοῦνται· ἕνας δὲν ἐκινεῖτο, ὁ παράλυτος. Εἶδα στὸ Ἄσυλο Ἀνιάτων τῶν Ἀθηνῶν ἕνα παράλυτο, περίπου μιὰ εἰκόνα τοῦ παραλύτου τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Ἦταν τελείως ἀκίνητος, οὔτε τὸ χέρι του δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσῃ· ἡ νοσοκόμος τὸν τάιζε.
Ἔτσι ἦταν λοιπὸν ὁ παράλυτος τῆς Βηθεσδά. Καὶ πόσα χρόνια, παρακαλῶ, ζοῦσε τὸ δρᾶμα αὐτό; Ὄχι ἕνα ἢ δύο ἢ τρία χρόνια· 38 χρόνια, μιὰ ὁλόκληρη ζωή. Καὶ δὲν ἦταν μόνο παράλυτος, ἀσθενὴς πολυχρόνιος καὶ ἀνίατος· κοντὰ σ᾽ αὐτὰ εἶχε καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ τὸν πονοῦσε περισσότερο· ἦταν ἐγκαταλελειμμένος. Κάποιος σπλαχνικὸς γείτονας τὸν πῆρε στὸν ὦμο καὶ τὸν ἔφερε ἐκεῖ στὸ ὑπόστεγο τῆς δεξαμενῆς, ὅπου κάθε τόσο, ὅπως ἀκούσαμε, σὲ ἄγνωστη ὥρα, ἕνας ἄγγελος τάραζε τὸ νερὸ καὶ τότε αὐτὸ ἔπαιρνε τρόπον τινὰ ῥαδιενέργεια, θαυματουργικὴ δύναμι, καὶ θεράπευε ἐκεῖνον ποὺ θὰ εἶχε τὸ εὐτύχημα νὰ πέσῃ πρῶτος μέσα στὰ ταραγμένα νερά. Ἀλλ᾽ αὐτὸς δὲν μποροῦσε νὰ κινηθῇ· ἔμενε ἐκεῖ, δίπλα στὴ δεξαμενή, τὴ θαυματουργικὴ στέρνα, ἀκίνητος σὰν πέτρα, μολύβι ἀσήκωτο.
Τὸν εἶχαν λησμονήσει ὅλοι.
Δὲν εἶχε ἆραγε αὐτὸς οἰκογένεια; Φαίνεται, ὅτι ἀκόμα καὶ ἡ γυναίκα του, ποὺ θά ᾽πρεπε νά ᾽νε δίπλα του, ἀπουσίαζε. Δυστυχῶς καὶ ἡ συζυγικὴ ἀγάπη ἔρχονται περιστάσεις ποὺ ἀτονεῖ. Τί φοβερό! κι αὐτὴ ποὺ ἀγάπησες μὲ τὴν πιὸ τρυφερὰ ἀγάπη, μπορεῖ νὰ σ᾽ ἐγκαταλείψῃ· τὸ παιδὶ ποὺ γέννησες καὶ ἀνέθρεψες, μπορεῖ νὰ σ᾽ ἐγκαταλείψῃ. Ὅλοι μπορεῖ νὰ σ᾽ ἐγκαταλείψουν καὶ νὰ μείνῃς μόνος· ἕνας δὲν σὲ λησμονεῖ, ὁ Θεός. Στὰ χρόνια τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως στὴν Πελοπόννησο, σὲ μιὰ δύσκολη περίστασι, ἄφησαν ὅλοι τὸ γέρο – Κολοκοτρώνη κ᾽ ἔμεινε ὁλομόναχος. Τότε κατέφυγε σ᾽ ἕνα ἐκκλησάκι, προσευχήθηκε, καὶ πῆρε θάρρος· αἰσθάνθηκε, ὅτι ἔχει τὸ Θεὸ μαζί του. Κι ὅποιος ἔχει τὸ Θεὸ μαζί του, δὲ νιώθει μόνος.
Ὁ παράλυτος λοιπὸν τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου ἦταν ἐγκαταλελειμμένος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν τὸν ξέχασε. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς, ποὺ φόρεσε σάρκα ἀνθρώπινη καὶ κατέβηκε ἀπὸ τὰ οὐράνια ἐδῶ στὴ γῆ, ἀποφάσισε νὰ τὸν θεραπεύσῃ. Πῆγε κοντά του, ἐκεῖ στὸ ὑπόστεγο ποὺ ἦταν κατάκοιτος, καὶ τὸν πλησίασε σὰν ἄγνωστος ξένος. Ἀλλὰ προτοῦ νὰ τὸν θεραπεύσῃ τοῦ εἶπε κάτι. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ παρακαλῶ νὰ προσέξετε, γιατὶ ἔχει μεγάλη σημασία.
Προτοῦ νὰ τὸν θεραπεύσῃ ὁ Χριστὸς τὸν ἐρωτᾷ· «Θέλεις νὰ γίνῃς καλά;» (Ἰωάν. 5,7). Περίεργη ἐρώτησι. Ἄρρωστος αὐτὸς 38 χρόνια, τί ἄλλο λαχταροῦσε παρὰ τὴ θεραπεία του. Γιατί λοιπὸν ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπευθύνει τὴν ἐρώτησι αὐτή; Τί θέλει μ᾽ αὐτὸ νὰ μᾶς διδάξῃ;
Ὁ Χριστὸς θέλει νὰ διδάξῃ ἕνα μεγάλο δίδαγμα· ὅτι σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Γι᾽ αὐτὸ κ᾽ ἐμεῖς πρέπει νὰ σεβώμεθα τὴν ἐλευθερία τοῦ συνανθρώπου μας. Διότι ἂν ἔχῃ κάτι ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ ὁποῖο διακρίνεται ἀπὸ τὸ κτῆνος ―ἐκτὸς τῆς λογικῆς καὶ τῆς συνειδήσεως―, εἶνε ἡ ἐλευθερία του.
* * *
Ἐλευθερία εἶνε τὸ νὰ ἔχῃ τὴ δυνατότητα ὁ ἄνθρωπος νὰ σκέπτεται καὶ νὰ ἐκφράζῃ τὰ φρονήματά του, τὸ νὰ μπορῇ νὰ ἐνεργῇ χωρὶς περιορισμούς, τὸ νὰ κινῆται μέσα στὰ πλαίσια τοῦ ἀγαθοῦ. Ἡ ἐλευθερία εἶνε δῶρο τοῦ Θεοῦ· ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε ἐλεύθερος.
Ἀναγκαία ἡ ἐλευθερία. Τὸ ν᾽ ἀφαιρέσῃ κανεὶς τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου εἶνε σκληρό, ἀποτρόπαιο, ἀντικοινωνικό, ἀντιδημοκρατικό, ἀντιφυσικό, ἀπάνθρωπο ―τίποτα δὲν εἶπα―, εἶνε ἀντιχριστιανικό, ἀντίθεο. Ὅποιος στερεῖ τὴν ἐλευθερία τοῦ προσώπου (ἡ ὁποία ἐννοεῖται ὅτι κινεῖται μέσα στὰ πλαίσια τῆς ἐννόμου τάξεως καὶ τῆς εὐπρεπείας), κάνει κάτι σατανικό. Τὸ ν᾽ ἀφαιρέσῃς τὴν ἐλευθερία ἀπὸ κάποιον εἶνε σὰ νὰ τοῦ ἀφαιρῇς τὸ ὀξυγόνο. Εἶνε σὰ νὰ βγάζῃς τὸ ψάρι ἀπὸ τὴ θάλασσα· τὸ ψάρι πλάστηκε γιὰ νὰ κολυμπᾷ στὸ νερό, κι ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ κολυμπᾷ στὴν ἐλευθερία. Γι᾽ αὐτὸ οἱ γυναῖκες στὸ Σούλι ἔψαλλαν·
«Στὴ στεριὰ δὲ ζῇ τὸ ψάρι οὔτε ἀνθὸς στὴν ἀμμουδιά,
κ᾽ οἱ Σουλιώτισσες δὲν ζοῦνε δίχως τὴν ἐλευθεριά».
Κανένας λαὸς δὲν ὕμνησε μὲ τόσο πάθος τὴν ἐλευθερία ὅπως ὁ Ἑλληνικὸς λαός. Ὑπενθυμίζω μόνο τὸ στίχο τοῦ ῾Ρήγα Φεραίου
«Καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωὴ
παρὰ σαράντα χρόνια σκλαβιὰ καὶ φυλακή».
Ἐλεύθερος λαὸς ἐμεῖς, οἱ ὁποῖοι χύσαμε ποταμοὺς αἱμάτων γιὰ τὴν ἐλευθερία, αἰσθανόμεθα τὴ σημασία τοῦ λόγου ποὺ εἶπε σήμερα ὁ Θεάνθρωπος «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (ἔ.ἀ.). Ἐὰν θέλῃς, σὲ κάνω καλά· ἐὰν δὲν θέλῃς, ὄχι.
Τὸ αἴτημα τῆς ἐλευθερίας εἶνε ἀρχέγονο καὶ πανανθρώπινο. Καὶ πρὸ Χριστοῦ, ἀπὸ τὰ χρόνια τῆς παλαιᾶς διαθήκης, ὁ Θεὸς φωνάζει· Ἄνθρωπε, ἔβαλα μπροστά σου δυὸ πράγματα, τὴ φωτιὰ καὶ τὸ νερό· διάλεξε καὶ πάρε. Ἂν ἁπλώσῃς τὸ χέρι σου στὸ νερό, θὰ δροσιστῇς· ἂν τὸ ἁπλώσῃς στὴ φωτιά, θὰ καῇς (Σ. Σειρ. 15,16).
* * *
Νερὸ δροσερό, ἀγαπητοί μου, εἶνε οἱ ἀλήθεια τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, τὰ δόγματα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Φωτιὰ ποὺ καίει ποιό εἶνε· εἶνε ἡ πλάνη, ἡ κακία, ἡ διαφθορά (ἡ κλεψιά, τὸ ψέμα, ἡ συκοφαντία, ἡ ψευδομαρτυρία, ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ βλασφημία, τὸ ἔγκλημα). Διάλεξε καὶ πάρε, ἄνθρωπε. Κι ὁ ἄνθρωπος τοῦ αἰῶνος μας τί διαλέγει;
Ἐδῶ εἶνε ἡ τραγικότης. Τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου εἶνε ἡ ἐλευθερία, ἀλλ᾽ αὐτὴ εἶνε καὶ ἡ τραγικότης του. Γι᾽ αὐτὸ ὡρισμένοι ἰσχυρίζονται, ὅτι εἶνε προτιμότερο νὰ κυβερνηθοῦν οἱ λαοὶ μὲ περιορισμὸ τῆς ἐλευθερίας, ὥστε νὰ παιδαγωγηθοῦν κατὰ τὸ συμφέρον, παρὰ ν᾽ ἀφεθοῦν μὲν ἐλεύθεροι ἀλλὰ νὰ ταλαιπωροῦνται ἀπὸ τὰ λάθη των. Εἶνε δίκοπο μαχαίρι ἡ ἐλευθερία· συμφέρει ἢ δὲ συμφέρει; εἶνε πλεονέκτημα ἢ μειονέκτημα; Μεγάλο καὶ περίπλοκο ζήτημα αὐτό. Μολονότι ὅμως ἐνέχει κίνδυνο ἡ ἐλευθερία, δὲν παύει νὰ εἶνε πλεονέκτημα καὶ προνόμιο τοῦ ἀνθρώπου· ἀξίζει γι᾽ αὐτὴν νὰ συμβαίνουν ὅσα συμβαίνουν.
«Διάλεξε καὶ πάρε» λοιπόν. Καὶ ἡ ἀνθρωπότης διαλέγει τὴ φωτιά! Κρίμα στὰ γράμματα καὶ τὶς ἐπιστῆμες καὶ τὰ πανεπιστήμια καὶ τὴ διπλωματία. Δυὸ φορὲς ἡ ἀνθρωπότης ἔβαλε τὸ χέρι στὴ φωτιά· ἢ μᾶλλον ὄχι ἁπλῶς τὸ χέρι ἔβαλε, ἀλλὰ ὁλόκληρη ἔπεσε μέσ᾽ στὴ φωτιά, στὸν παγκόσμιο πόλεμο. Στὸν πρῶτο παγκόσμιο πόλεμο 20 ἑκατομμύρια νεκροί, στὸν δεύτερο 38 ἑκατομμύρια νεκροί. Ὤ Θεέ μου! Μανάδες, σεῖς πρὸ παντὸς ποὺ αἰσθάνεσθε περισσότερο τὴ ζωὴ στὰ σπλάχνα σας, ἀσπρομάλληδες γέροντες καὶ μικρὰ παιδιά, προσευχηθῆτε. Δὲν εἶμαι προφήτης· βλέπω, ὅπως ὅλοι, ὅτι ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου κρέμεται ἀπὸ μιὰ κλωστή. Ἐὰν αὐτὴ κοπῇ, θὰ ἐκραγῇ νέος παγκόσμιος πόλεμος, ἢ μᾶλλον ὁ Ἁρμαγεδὼν τῆς Ἀποκαλύψεως (16,16), ποὺ θὰ εἶνε τὸ τέλος τῆς ἀνθρωπότητος. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάξῃ καὶ ἂς χαρίσῃ τὴν εἰρήνη στὸν κόσμο.
Ἀλλὰ ἡ εἰρήνη στηρίζεται στὴν ἐλευθερία. Ὁ Κύριος ἐρωτᾷ· Ἀνθρωπότης, «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». Δυστυχῶς δὲν διδαχθήκαμε ἀπὸ τὰ παθήματά μας. Παρ᾽ ὅλα τὰ φῶτα τῆς ἐπιστήμης, εἴμαστε λιγώτερο νοήμονες ἀπὸ τὰ ζῷα. Τὸ γαϊδουράκι ποὺ γλίστρησε σ᾽ ἕνα λάκκο, ὅταν ξαναπερνᾷ ἀπὸ ᾽κεῖ προσέχει μὴ ξαναπέσῃ. Τὸ Εὐαγγέλιο κηρύττει τὴν ἐλευθερία. Οἱ ἄνθρωποι δυστυχῶς κλείνουν τ᾽ αὐτιά τους. Δὲν συνετίζονται. Μέσ᾽ στοὺς χίλιους ἕνας ἀκούει τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἐν τῷ μεταξὺ τὰ θηρία βρυχῶνται καὶ ἑτοιμάζονται πάνοπλα γιὰ ἐπίθεσι. Τί θὰ γίνῃ, ποιός θὰ ἐπικρατήσῃ;
Μὲ βάσι τὴν ἁγία Γραφὴ λέγω· δὲν θὰ νικήσῃ ἡ ἀρκούδα, οὔτε ὁ λέων, κανένα θηρίο. Ἡ Ἀποκάλυψις τελειώνει μὲ αἰσιόδοξο μήνυμα· θὰ νικήσῃ τὸ Ἀρνίον. Τὸ δὲ Ἀρνίον εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἀνδρέου Λευκῶνος – Πρεσπῶν τὴν 16-5-1976
augoustinos-kantiotis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου