Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2021

† Π. ΑΘΑΝ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ Περί πνευματικής αναισθησίας (Απομαγνητοφωνημένη ομιλία)

 

«Αναισθησία εστὶ νενεκρωμένη αίσθησις, εκ χρο­νίας νόσου και αμελείας εις αναισθησίαν καταλήξασα.»
(Άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ.)

«Οίδα σου τα έργα, ότι όνομα έχεις ότι ζης, και νεκρός ει. γίνου γρηγορών...»
(Αποκ. 3,1-2)

Σωματικές αισθήσεις, βλάβες και νέκρωσή τους.

Εάν κάποτε διαπιστώσουμε ότι μία αίσθησή μας δεν ανταποκρίνεται λειτουργικώς, ανησυχούμε και καταφεύγουμε στον γιατρό. Όταν επί παραδείγματι τα μάτια μας αλλοιώνουν το σχήμα ή το χρώμα των αντικειμένων, ή ακόμη τα αυτιά μας δεν μπορούν να συλλάβουν χαμηλής εντάσεως ή υψηλής συχνότητος ήχους, ομοίως ανησυχούμε, και καταφεύγουμε στον γιατρό. Εάν υπάρχει αυτή η κατάσταση, εάν δηλαδή οι αισθήσεις δεν μας πληροφορούν επακριβώς αλλά ασθενούν, τότε αντιλαμβάνεσθε ότι δεν μπορούμε να έχουμε εικόνα του εξωτερικού μας κόσμου. αλλά εάν δεν έχουμε εικόνα του εξωτερικού μας κόσμου, δεν μπορούμε να προσαρμοσθούμε σ' αυτόν.

Αν πάλι οι αισθήσεις μας, όλες οι αισθήσεις μας, έχουν νεκρωθεί, και η όραση και η ακοή και η όσφρηση και η γεύση και η αφή, τότε το σώμα, πριν ακόμη χωρισθεί από την ψυχή, θεωρείται ότι είναι νεκρό, ή μοιάζει με νεκρό σώμα. Τότε, στην περίπτωση αυτή, λέμε ότι ο άνθρωπος δεν διατηρεί τις αισθήσεις του, ή ακόμη ότι δεν έχει αίσθηση του περιβάλλοντός του. Ζει. αλλά δεν ακούει, δεν βλέπει, δεν αισθάνεται. Αν οι αισθήσεις εγκαταλείψουν ολότελα τον άνθρωπο, τότε θα λέγαμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι ένας ζωντανός νεκρός.

Οι πνευματικές αισθήσεις.

Αυτά αναφέρονται και συμβαίνουν στις φυσικές μας αισθήσεις. Αλλά, όπως γνωρίζετε, οι αισθήσεις, τα αισθητήρια, δεν αναφέρονται μόνο στο σώμα, αλλά αναφέρονται και στην ψυχή. Έχει και η ψυχή τα αισθητήριά της, και μάλιστα τα αντίστοιχα αισθητήρια με τα αισθητήρια του σώματος. δηλαδή έχουμε πνευματική όραση, πνευματική ακοή, πνευματική γεύση, και ούτω καθ' εξής.

Σ' αυτές μάλιστα τις πνευματικές αισθήσεις ο λόγος του Θεού αναφέρεται πολύ συχνά. μας πληροφορεί σε πολλά σημεία της η Αγία Γραφή γι' αυτές.

Για την πνευματική όραση, επί παραδείγματι, μας λέγει το εξής στο βιβλίο της Αποκαλύψεως, στην επιστολή προς τον άγγελον, τον επίσκοπο της Λαοδικείας: «συμβουλεύω σοι», σε συμβουλεύω, «αγοράσαι παρ' εμού κολλούριον», να αγοράσεις από μένα κολλύριον, δηλαδή φάρμακο για τα μάτια -γενική ονομασία- «έγχρισον τους οφθαλμούς σου, ίνα βλέπης»1, βάλε φάρμακο στα μάτια σου, για να μπορείς να βλέπεις.

Ύστερα αυτός ο Κύριος έλεγξε τους Φαρισαίους και τους άρχοντες του λαού, οι οποίοι έβλεπαν τα θαύματά Του, αλλά δεν έβλεπαν. Και μάλιστα σημειώνει αυτό το περίεργο ο Κύριος: «Για τούτο έχω έλθει, λέει, ώστε οι τυφλοί να βλέπουν, και αυτοί που έχουν μάτια να γίνονται τυφλοί και να μη βλέπουν.»2 Ο τυφλός ομολογεί τον Ιησού Χριστόν και Θεόν, οι δε ανοιχτομάτηδες Φαρισαίοι και άρχοντες του λαού και το Συνέδριο τυφλώνονται συνειδητώς και οικειοθελώς, τυφλώνονται και παραγνωρίζουν το θαύμα.

Μάλιστα σ' εκείνον τον εκ γενετής τυφλό, που διά πολλών αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης3, επιμένουν και λέγουν: «Εσύ είσαι ο πρώην τυφλός, που καθόσουν εκεί στα σκαλοπάτια του ναού;». Καλούν τους γονείς× «Αυτός είναι ο γυιός σας;». Τον ξαναρωτούν: «Συ είσαι;». Γιατί τόση δυσπιστία; Όταν ο ίδιος λέγει «Ναι, εγώ είμαι. Αφού σας το είπα. εγώ είμαι!», δεν δυσπιστούν για τον τυφλό, αλλά δεν θέλουν να πιστέψουν σ' εκείνο το οποίο επιτέλεσε ο Χριστός, δεν θέλουν να αναγνωρίσουν τον Ιησού Χριστό. Γι' αυτό λοιπόν οι τυφλοί βλέπουν και ομολογούν, οι δε ανοιχτομάτηδες δεν βλέπουν και αρνούνται.

Ακόμα, για την ακοή, επανειλημμένως ο Κύριος έλεγε: «βλέπετε πώς ακούετε»4 -το κάναμε και ειδικό θέμα την προπερασμένη Κυριακή- προσέχετε πώς ακούτε× διότι πνευματική ακοή δεν είναι απλώς να χτυπήσουν οι λέξεις στα αυτιά και να καταγραφούν οι έννοιες στον εγκέφαλο και μετά να επεξεργασθεί τις λέξεις ως έννοιες πια ο εγκέφαλος. η πνευματική ακοή είναι η βαθύτερη κατανόηση των εννοιών που ο εγκέφαλος επεξεργάστηκε.
Για τη γεύση λέγει πάλι ο λόγος του Θεού: «γεύσασθε και οίδετε ότι χρηστός ο Κύριος»5, ελάτε να γευθείτε. Όχι απλώς να δείτε, όχι απλώς να ακούσετε, αλλά να γευθείτε -η γεύση είναι κάτι ακόμη πιο κοντινό- και να γνωρίσετε εξ αυτής της πνευματικής γεύσεως ότι ο Θεός είναι «χρηστός» -το χρη με ήτα- δηλαδή δοκιμάστε ότι ο Θεός είναι αγαθός.

Η απουσία των πνευματικών αισθήσεων.

Η απουσία αυτών των πνευματικών αισθήσεων οδηγεί, αγαπητοί μου, στο θλιβερό εκείνο κατάντημα που μας περιγράφει ο προφήτης Ησαΐας, στον οποίο αναφέρεται και ο ευαγγελιστής Ιωάννης, που η προφητεία του πραγματοποιείται στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Λέγει: «Κύριε, τις επίστευσε τη ακοή ημών; και ο βραχίων Κυρίου τίνι απεκαλύφθη; τετύφλωκεν αυτών τους οφθαλμούς και πεπώρωκεν αυτών την καρδίαν, ίνα μη ίδωσι τοις οφθαλμοίς», για να μη δούνε με τα μάτια τους, «και νοήσωσι τη καρδία και επιστραφώσι, και ιάσομαι αυτούς.»6. Θλιβερό κατάντημα πνευματικής αναισθησίας!

Ώστε λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκτός από την σωματική αναισθησία, την έλλειψη δηλαδή κανονικής λειτουργίας των σωματικών αισθήσεων, έχουμε και την πνευματική αναισθησία; Ναι! Και είναι μάλιστα ένα φαινόμενο το οποίο όχι μόνο δεν είναι καθόλου σπάνιο, αλλά δυστυχώς συνηθέστατο, σε βαθμό πολλές φορές ανησυχητικώτατο. Αυτό ακριβώς θα είναι το θέμα μας σήμερα περί της πνευματικής αναισθησίας.

Η πνευματική αναισθησία του Ισραήλ.

Απ' αυτή την πνευματική ασθένεια ο Ισραήλ -αφού ο λόγος του Θεού αναφέρεται συνεχώς στον Ισραήλ- έπασχε πάντοτε. Από τους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης, και καθ' όλη την διάρκειά της, έως τους χρόνους της Καινής Διαθήκης- δυστυχώς και μέχρι σήμερα.

Ο ευαγγελιστής Ιωάννης πάλι θα σημειώσει για τον Ισραήλ, ως προς τα επιτελούμενα θαύματα του Κυρίου: «Τοσαύτα δε αυτοίς σημεία -του Κυρίου-πεποιηκότος έμπροσθεν αυτών -των Ιουδαίων- ουκ επίστευον εις αυτόν.»7 Γιατί δεν πίστευαν; Διότι δεν έβλεπαν. Τί δεν έβλεπαν; δεν έβλεπαν με τούτα τα μάτια; Με τούτα τα μάτια έβλεπαν, αλλά δεν έβλεπαν με τα μάτια της ψυχής.

Αλλά ο Ισραήλ, σας είπα, πάσχει μέχρι σήμερα και επειδή ακριβώς ο Ισραήλ πάσχει μέχρι σήμερα απ' αυτή την πνευματική αναισθησία, εξ αιτίας του, επειδή ο ίδιος γίνεται αφορμή, πάσχει ολόκληρη η ανθρωπότητα. Και οι χριστιανικοί λαοί πάσχουν από τον Ισραήλ, διότι από την πνευματική του αναισθησία έχει ιδρύσει την Σιωνισμό, με τον οποίο στρέφεται εναντίον των χριστιανικών λαών.

Ο απόστολος Παύλος με πόνο ψυχής θα σημειώσει στη Β' Προς Κορινθίους επιστολή του το εξής: «επορώθη τα νοήματα αυτών», τα νοήματα των Ισραηλιτών δηλαδή πορώθηκαν. «άχρι γαρ της σήμερον το αυτό κάλυμμα επί τη αναγνώσει της παλαιάς διαθήκης μένει, μη ανακαλυπτόμενον ότι εν Χριστώ καταργείται, αλλ' έως σήμερον», και θα λέγαμε όχι μόνον τότε, τον 1ο αιώνα, αλλά μέχρι και σήμερα, τον 20ό αιώνα, «ηνίκα αναγιγνώσκεται Μωυσής, κάλυμμα επί την καρδίαν αυτών κείται»8.

«...κάλυμμα επί την καρδίαν αυτών κείται» !

Για να καταλάβετε το νόημα των λόγων, θα σας πω ένα ιστορικό σημείο, επί του οποίου στηρίζεται ο λόγος αυτός του αποστόλου Παύλου. Όταν ο Μωυσής κατέβηκε από το όρος Σινά, τη δεύτερη φορά, χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος, το πρόσωπό του, η όψη του, είχε δοξασθεί έλαμπε όπως το πρόσωπο του Ιησού Χριστού στο Θαβώρ, ακτινοβολούσε η όψη του. Ήταν ένα φως, το οποίο δεν μπορούσαν να δουν οι Ισραηλίτες τους δημιουργούσε μιαν απώθηση. Είναι το φως της δόξης του Θεού, είναι η δόξα του Θεού, η οποία έλκει και απωθεί. Πάντοτε ο Θεός έλκει και απωθεί έλκει εκείνους οι οποίοι είναι, θα λέγαμε, πρόσωπα κατάλληλα προς έλξη, και απωθεί εκείνους οι οποίοι είναι πρόσωπα κατάλληλα προς απώθηση. Γενικά όμως η παρουσία του Θεού έλκει και απωθεί.

Φοβάται ο απόστολος Πέτρος πάνω στο Θαβώρ και οι λοιποί Μαθητές φοβούνται, κι από τον φόβο πέφτουν κάτω. Μάλιστα η εικονογραφία μας παρουσιάζει με πολλή ζωηρότητα, θα 'λεγα αντιρρεαλιστικά, αυτή την κίνηση. Βλέπουμε έναν τόπο αυχμηρό, δηλαδή βραχώδη, με απότομες πλευρές, και βλέπουμε τους Μαθητές να πέφτουνε με το κεφάλι προς τα κάτω -θα 'χετε δει εικόνα της Μεταμορφώσεως- με το κεφάλι προς τα κάτω, τα χέρια μπροστά και τα πόδια πίσω ανοιγμένα, από τον φόβο τους! Παρουσιάζεται μία τέτοια κίνηση, που ίσως μόνο από γκρεμό αν έπεφτε κανείς στο χάος μέσα θα μπορούσε να παρουσιάσει τέτοια εικόνα. Και ταυτοχρόνως ο απόστολος Πέτρος λέγει: «Κύριε, καλόν εστιν ημάς ώδε είναι.»9! Έλξη λοιπόν και άπωση. Αυτό είναι χαρακτηριστικό της θείας παρουσίας.

Έτσι λοιπόν οι Ισραηλίτες, όταν είδαν το πρόσωπο του Μωυσέως να φωτίζεται, να είναι δοξασμένο, φοβήθηκαν, τρόμαξαν δεν μπορούσαν ούτε να τον πλησιάσουν ούτε να μιλήσουν μαζί του. Γι' αυτό και τον παρακάλεσαν να βάλει ένα κάλυμμα στο πρόσωπό του, και με το κάλυμμα αυτό να τον πλησιάζουν και να του ομιλούν.10

«Ηνίκα δ' αν επιστρέψη προς Κύριον, περιαιρείται το κάλυμμα.»11

Αλληγορεί τώρα ο Απόστολος το κάλυμμα αυτό του Μωυσέως. Βέβαια, όταν λέμε Μωυσής, εννοούμε Νόμος. Θυμηθείτε την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Όταν ο πλούσιος παρακαλεί τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο στον κόσμο να πει τα καθέκαστα του Άδου, ο Αβραάμ του λέγει: «έχουσι Μωυσέα και τους προφήτας»12. Όταν λέγει «έχουνε τον Μωυσέα», εννοεί έχουν τον Νόμο. Συνεπώς ο Μωυ­σής ταυτίζεται με τον Νόμο, επειδή είναι ο φορέας του Νόμου. Όχι ο συγγραφέας ο φορέας, ο μεταφορέας του Νόμου. Έτσι, όταν λέει ο απόστολος Παύλος ότι μέχρι σήμερα εκείνο το κάλυμμα που έβαλε ο Μωυσής υπάρχει στα μάτια αυτών, του λαού των Εβραίων, εννοεί ότι δεν μπορούν να ανακαλύψουν τον Χριστό μέσα στη Γραφή. Εκείνο ήτανε προσωρινό. Βγάλτε το κάλυμμα απ' τα μάτια σας, σαν να τους λέει, να δείτε τη Γραφή. Δεν το βγάζουν το 'χουνε μέχρι σήμερα αυτό το κάλυμμα κι άμα διαβάζουνε την Παλαιά Διαθήκη, όπως λέει εδώ ο απόστολος Παύλος, δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Μπορεί να δώσουν μύριες ερμηνείες και εξηγήσεις, εκτός από μία× ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο ενανθρωπήσας Θεός.

Κι άλλοτε σας έχω πει, μπορεί να πουν ότι αναμένουν ακόμη το πρόσωπο του Μεσσία, ή ότι ο Μεσσίας δεν είναι πρόσωπο αλλά είναι ένας λαός -ερμηνείες μεσσιανικές αυτές- κι ότι ο λαός αυτός είναι ο Ισραήλ, ο οποίος θα διεκδικήσει τα δίκαιά του διά του Σιωνισμού. Έτσι οι Σιωνιστές θα λέγαμε ότι έχουνε γίνει ο μεγάλος βραχνάς και η μεγάλη πληγή και μάστιγα των χριστιανικών λαών. Διάβαζα ότι και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών καταφέρθηκε εναντίον του Σιωνισμού, παρά το γεγονός θα λέγαμε ότι έχουνε καταλάβει όλες τις θέσεις οι άνθρωποι αυτοί τις πιο υψηλές θέσεις έχουν καταλάβει! Μάστιγα πραγματική! Γιατί; Γιατί κάνουν παρερμηνεία. γιατί ακόμη έχουν αυτό το κάλυμμα. Αν φύγει αυτό το κάλυμμα και δουν τον Χριστό όχι μέσα στην Καινή Διαθήκη αλλά στην Παλαιά Διαθήκη, την οποία κρατούν, τότε, οπωσδήποτε τότε, θα παύσουν αυτή την εγκληματική τους ενέργεια εναντίον των χριστιανικών λαών.

Αλλά τί είναι αυτό το κάλυμμα στις καρδιές τους πλέον; Όπως λέγει εδώ ο Απόστολος, «ηνίκα αναγινώσκεται Μωυσής, κάλλυμμα -όχι στα μάτια τους- επί την καρδίαν αυτών κείται». Είναι η αναισθησία. Είναι αναίσθητοι! επειδή θέλησαν να είναι αναίσθητοι.

Η πνευματική αναισθησία του νέου Ισραήλ. Ανάγκη αυτοκριτικής.

Τίθεται όμως ένα ερώτημα. ένα ερώτημα για αυτοκριτική. Μήπως αυτή η πνευματική αναισθησία δεν υπάρχει μόνο στον λαό του Ισραήλ, αλλά υπάρχει και στον νέον Ισραήλ, τον Ισραήλ της χάριτος, δηλαδή το χριστιανικό έθνος; -όταν λέμε χριστιανικό έθνος, εννοούμε τους απανταχού της γης Χριστιανούς. Μήπως και στους Χριστιανούς υπάρχει αυτή η πνευματική αναισθησία;

Πρέπει να ομολογήσουμε ότι τουλάχιστον στις ημέρες μας αυτή η πνευματική αναισθησία υπάρχει, και μάλιστα σε ποσοστό τρομακτικό και σε βαθμό απελπιστικό. Οι Χριστιανοί μας σήμερα είναι πνευματικά αναίσθητοι. Οι Χριστιανοί μας! Το κατά πόσο έχουνε δουλέψει οι Σιωνιστές για να επιτευχθεί αυτό, ο Θεός το ξέρει, και το κατά πόσο εμείς οι Χριστιανοί αφήσαμε τον εαυτό μας να υποστεί την διάβρωση αυτή, πάλι ο Θεός το ξέρει. ένα μόνο είναι σίγουρο, ότι σήμερα πράγματι παρουσιάζουμε αυτή την κατάσταση της πνευματικής αναισθησίας.

Γι' αυτό, αγαπητοί μου, ας στραφούμε, τουλάχιστον εμείς εδώ τώρα που ακούμε τον λόγο του Θεού, ας στραφούμε στους εαυτούς μας- όπως ο Μάρκος Αυρήλιος, αυτός ο στωικός φιλοσοφών αυτοκράτωρ, όταν γράφει, γράφει εις εαυτόν. Και ό,τι γράφει, δεν τα γράφει για τους άλλους. τα γράφει για τον εαυτό του.13 Έτσι κι εμείς- ας κάνουμε την αυτοκριτική μας, για να μπορέσουμε -αν μπορέσουμε- να ανακαλύψουμε αυτή την πνευματική μας αναισθησία.

«Μα, άνθρωποι, δεν βλέπετε πού πάτε;!...»

Η κατάσταση αυτή πολλές φορές είναι τόσο τραγική, ώστε να φτάνουμε στο σημείο να λέμε: «Μα, άνθρωποι, δεν βλέπετε; δεν βλέπετε πού πάτε;!...». Να λένε τα παιδιά προς τους γονείς, ή οι γονείς προς τα παιδιά τους: «Μα, παιδιά μου, δεν βλέπετε; δεν βλέπετε πού παρασύρεσθε;!...». Ή να λέμε στους μαθητές μας: «Μα, δεν βλέπετε ποιοι και πού σας παρασύρουν;!...». «Μα, δεν βλέπετε, Έλληνες Χριστιανοί, πού παρασύρεσθε κι από ποιους παρασύρεσθε;!... Μα δεν το βλέπετε;!...». Ε, δεν το βλέπουν. Κι όταν, ξέρετε, βλέπεις τον άλλο να 'χει τα μάτια του ανοιχτά, και να έχεις κι εσύ τα μάτια σου ανοιχτά και να βλέπεις τον γκρεμό, κι ο άλλος να προχωρά, και να του λες «Πρόσεχε, γκρεμός!», και να σου λέει «Τον βλέπω» και να πηγαίνει να πέφτει στον γκρεμό, τότε σε πιάνει απελπισία.

Και λες: «Με ποιες λέξεις θα πρέπει εγώ να τονίσω ότι υπάρχει γκρεμός μπροστά; Να τον πιάσω και να τον δέσω;». Τα δικαιώματα του ανθρώπου για την ελευθερία και τη δημοκρατία δεν το επιτρέπουν αυτό, σε βαθμό που ούτε και οι γονείς πια μπορούν να δείρουν τα παιδιά τους. Δεν μπορούν να τα δείρουν, γιατί έχουμε τα δικαιώματα του ανθρώπου... Τί να τον κάνω λοιπόν αυτόν; με τί γλώσσα να του μιλήσω; Είναι αναίσθητος. Αναίσθητος! Σας βεβαιώνω άτι τον έχοντα αίσθηση, έστω και στοιχειώδη, τον πιάνει απόγνωση, τον πιάνει απελπισία.

Δεν ξέρω αν μ' αυτά που σας λέω καταφέρνω να σας μεταφέρω την απόγνωσή μου και την απελπισία μου. Να λες στο παιδί «Παιδί μου, δεν το βλέπεις αυτό;», και να μην καταλαβαίνει τίποτα! Ε, σου έρχεται το αίμα στο κεφάλι -να μιλήσω έτσι απλοελληνικά. Γι' αυτό θα πρέπει να κάνουμε αυτοκριτική. Το κακό είναι πολύ βαθειά. πάρα πολύ βαθειά! Ας προσέξουμε λοιπόν να δούμε τί μπορούμε να βγάλουμε απ' το σημερινό μας θέμα γι' αυτό το πάρα πολύ επίκαιρο ζήτημα.

Αναισθησία: μία βαρύτατη νόσος.

Τί είναι αυτή η πνευματική αναισθησία; Κατ' αρχάς είναι νόσος, είναι αρρώστια. όπως ακριβώς θα λέγαμε ότι αυτός ο άνθρωπος δεν βλέπει, συνεπώς κάτι έχουν τα μάτια του, είναι άρρωστα. ή δεν ακούει. κάτι έχουν τα αυτιά του, δεν ακούει. Νόσος όμως βαρύτατη. Βαρύτατη!

Ο Διάβολος επιδιώκει τη βλάβη των αισθήσεών μας, ενώ ο Χριστός τη θεραπεία τους.

Ας μου επιτραπεί μία παρέκβαση. ανοίγω μια παρένθεση. Ξέρετε γιατί οι δαίμονες κυριαρχούσαν πάνω στους ανθρώπους και τους έκαναν δαιμονισμένους ή κουφούς ή τυφλούς ή παραλυτικούς; Για να μη μπορούν να πάνε να ακούσουν, να περπατήσουν και να ακούσουν τα λόγια του Θεού ή να δουν με τα μάτια τους τα θαυμάσια του Θεού.

Μην πηγαίνετε πολύ μακρυά. Όταν ένας άνθρωπος λέει «όταν θα γεράσω θα μετανοήσω», όταν έρχεται το γήρας -που είναι γνωστό ότι δεν έρχεται μόνο του, αλλά συνοδεύεται με την καταστροφή των αισθήσεων- ο άνθρωπος δεν ακούει πια πολλές φορές ή δεν βλέπει. Πάει ο πνευματικός στο κρεββάτι του θανάτου και προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον άνθρωπο αυτό, που κάποτε έλεγε «όταν θα γεράσω θα μετανοήσω»× αλλά ματαίως, η επικοινωνία είναι αδύνατη.

Άστε και την μαλάκυνση του εγκεφάλου, που δεν μπορεί πια ο άνθρωπος ούτε να σκεφθεί ούτε να θυμηθεί -τί να θυμηθεί...! Ύστερα, κι αν ακόμη δεν έχει αυτό, και το μυαλό του δεν έχει γίνει κουρκούτι, μέσα στον πόνο του, αν είναι άρρωστος, δεν μπορεί να σκε­φθεί τίποτ' άλλο παρά... τον πόνο του.

Τελευταία πήγα σε κάποιον, θυμάμαι, και μου είπε -και δεν είναι ο μοναδικός που μου το έχει πει: «Άσε με, πάτερ μου... Άσε με, πάτερ μου... Τώρα δε μπορώ να σκεφθώ. πονώ!...». Έφθασε να μου πει -κι αυτός, και άλλοι μου το 'χουν πει: «Μη με βασανίζεις!». Θα του 'λεγε κανείς: Δεν σε βασανίζω, άνθρωπέ μου απλώς επιμένω να σε σώσω. κι εσύ μου λες ότι σε βασανίζω;! Αλλά το θεωρείς βασανισμό επειδή αυτή τη στιγμή ίσως πονάς, και σου είμαι ανεπιθύμητος.
Δεν λέω όμως τώρα γι' αυτές τις περιπτώσεις, αλλά μιλάω για εκείνον που είναι κουφός. Του λες: «Έκανες αυτή την αμαρτία;». «Τί;...» σου λέει. «Έκανες την άλλη αμαρτία;», «Πώς;...» Δεν ακούει, δεν καταλαβαίνει. Κι αν είναι σε νοσοκομείο και βρίσκονται κι άλλοι δίπλα άνθρωποι και δεν μπορείς να φωνάξεις, τί κάνεις; Πέστε μου, τί κάνεις;

Γι' αυτό ο Διάβολος φθείρει τις αισθήσεις, καταστρέφει τις αισθήσεις, με σκοπό οι άνθρωποι να μη μπορούν να δουν τα θαυμάσια του Θεού και να ακούσουν ή να διαβάσουν τον λόγο του Θεού. Αλλά γι' αυτό ακριβώς ο Κύριος θεράπευε. Δεν θεράπευε για να περάσει κανείς την υπόλοιπη ζωή του όμορφα και άνετα -φυσικά και γι' αυτό, γιατί ο Θεός έκανε τον άνθρωπο να είναι ευτυχισμένος πάνω στη γη- αλλά πρωτίστως και κυρίως για να δει και να καταλάβει τα μεγαλεία του Θεού. Κλείνω την παρένθεσή μου.

Είπαμε ότι η αναισθησία είναι νόσος βαρύτατη. Λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος -τον οποίο πάλι θα χρησιμοποιήσουμε απόψε στην αγάπη σας: «Αναισθησία εστί νενεκρωμένη αίσθησις», αίσθηση νεκρή, «εκ χρονίας νόσου και αμελείας εις αναισθησίαν καταλήξασα.»14. Ποια είναι αυτή η χρονία νόσος;

Τα χρονίζοντα πάθη πίσω από την αναισθησία.

Εδώ που τα λέμε η αναισθησία μόνη, αυτή καθ' εαυτή, δεν είναι χρονία νόσος. πίσω από την αναισθησία υπάρχει μια άλλη χρονία νόσος. Είναι γνωστό ότι μια αρρώστια φέρνει και μια άλλη αρρώστια. Όταν επί παραδείγματι δεν λειτουργεί καλά ας πούμε η καρδιά, σιγά-σιγά μου φαίνεται ότι καταστρέφονται ίσως και τα νεφρά. δεν λειτουργούν καλά. Ή, αν τα νεφρά δεν λειτουργούν καλά, ίσως καταστρέφεται, ξέρω 'γώ, και η καρδιά. αντιστρόφως. Δεν ξέρω βέβαια αν συμβαίνει αυτό -να με συγχωρέσετε που δεν ξέρω- αλλά θέλω να πω ότι όταν χαλάσει ένα όργανο, πλάι σ' αυτό μπορεί να χαλάσει κι ένα άλλο όργανο. Έτσι κι εδώ. μπορεί να υπάρχει μια αρρώστια πνευματική, και πίσω απ' αυτή να υπάρχει μια άλλη αρρώστια.

Ποια είναι λοιπόν αυτή η άλλη χρονία νόσος; Θα τρομάξετε. Είναι τα χρονίζοντα θανάσιμα πάθη! Είναι τα πάθη τα οποία χρονίζουν, και κυρίως τα θανάσιμα πάθη. Ποια είναι αυτά; Είναι η γαστριμαργία, είναι η πορνεία,... -τα 'χαμε κάνει πέρυσι. Όταν ένας άνθρωπος χρονίζει στην πορνεία, τί γίνεται; δεν γίνεται αναίσθητος; Ή όταν χρονίζει στην γαστριμαργία, ο άνθρωπος ο οποίος δεν βλέπει τίποτε μπροστά του παρά μόνο το πώς θα τρώει και τί θα πίνει και τίποτε άλλο, αυτός δεν γίνεται πνευματικά αναίσθητος; Ή όταν χρονίζει στην υπερηφάνεια, στην κενοδοξία, στη φιλαργυρία,... Όταν ο άνθρωπος χρονίζει στη φιλαργυρία, δεν γίνεται ανάλγητος και αναίσθητος στην δυστυχία που μπορεί να υπάρχει γύρω του;
Ώστε λοιπόν αυτή η χρονία νόσος είναι τα χρονίζοντα πάθη, που με την συνέργεια της αμελείας οδηγούν στην αναισθησία. Όταν ο άνθρωπος δεν φροντίζει να τα θεραπεύσει, όπως θα 'λεγε κάποιος «Έχω κάτι, αλλά δεν πάω στον γιατρό», τότε θα καταλήξει στην αναισθησία, δηλαδή στην βλάβη. Γι' αυτό ας προσέξουμε, αγαπητοί μου, και ας φοβηθούμε τα χρονίζοντα πάθη.

Πώς ο Ιούδας έφθασε στην αναισθησία.

Τί ήταν ο Ιούδας; Ο Ιούδας ήταν ένας εκ των δώδεκα Μαθητών, που επελέγη όπως και οι υπόλοιποι ένδεκα. Ανατέθηκε σ' αυτόν το μήνυμα της Βασιλείας του Θεού. ανατέθηκε σ' αυτόν να θαυματουργεί και να εκδιώκει και απελαύνει δαίμονες. Θαυματούργησε ο Ιούδας. Θαυματούργησε! Στάθηκε εκλεκτός Μαθητής -από το εκλέγω- τον εξέλεξε ο Κύριος! «ουκ εγώ υμάς Τους δώδεκα εξελεξάμην; λέγει. και εξ υμών εις διάβολός εστιν»15, ένας από σας είναι προδότης, λέει. Εγώ σας εξέλεξα. Ο Χριστός δεν εξέλεξε έναν προδότη. Μην πάμε σ' αυτή τη βλασφημία, όπως το παρουσιάζουνε κάποια ιστορικά μυθιστορήματα και ταινίες και θεατρικά έργα ή θεωρίες που κυκλοφορούν, και συνεπώς δίνουν δίκιο στον Ιούδα. Όχι, προς Θεού! Δεν εκλέγει προδότη. εκλέγει Μαθητή. Αλλά ο Μαθητής αυτός φθάνει να γίνει προδότης. Γιατί; Επειδή έγινε αναίσθητος. Πώς έγινε αναίσθητος; Άφησε να κυριευθεί από το πάθος της φιλαργυρίας. Κρατούσε το ταμείο -η αφορμή. Ε, την πρώτη φορά έβαλε ένα νομισματάκι από τον κοινό κορβανά στην τσέπη του. γλυκάθηκε. Την δεύτερη φορά κάτι περισσότερο, την άλλη κάτι περισσότερο. Προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αυξήσει τα έσοδά του. Πίστεψε ότι ήτανε μία πολύ μεγάλη ευκαιρία να πάρει και τριάντα αργύρια, και έ­φθασε στο σημείο να προδώσει τον Χριστό.

Δεν άκουγε τίποτα; Πόσες φορές ο Χριστός έκανε μνεία του πράγματος; Θα σας θυμίσω μόνο τούτο. Όταν είπε «εις εξ υμών διάβολός εστιν»16, ο Ιούδας το άκουσε, ήτανε παρών. Όταν στο δείπνο, το τελευταίο δείπνο, τους είπε «ένας από σας θα με παραδώσει», ο Ιούδας αυτό το άκουσε, και φθάνει στην υποκρισία να πει: «μήτι εγώ ειμι, ραββί;», μήπως είμαι εγώ; Κι ακόμη, ένα τρίτο σημείο, του λέγει ο Κύριος: «ο ποιείς, ποίησον τάχιον»17 -είναι φοβερό αυτό το πράγμα! Οι άλλοι Μαθητές δεν πήραν είδηση. νόμισαν ότι πρόκειται περί αγοράς τροφίμων για τους φτωχούς. «Ό,τι έ­χεις να κάνεις, κάν' το γρήγορα.»! Αν το θύμα πει στον θύτη, στον εγκληματία, «Ό,τι έχεις να κάνεις, κάν' το, καημένε, γρήγορα», ο θύτης θα πει «Με κατάλαβε!», θα λάβει τα μέτρα του. Ή ακόμη, αν έχει κάτι μέσα του, θα συνέλθει, θα τρανταχθεί, θα γίνει μέσα του σεισμός. Αν έχει κάτι ακόμη μέσα του...! Ο Ιούδας φεύγει για το έργο του. και τελευταία στιγμή, όταν με φίλημα Τον προδίδει, ακούει: «εταίρε, εφ' ω πάρει;»18. Φίλε, εδώ είσαι; «Εταίρε», φίλε. Ακούτε. «φίλε»! Αυτό είναι έλεγχος φοβερός. «Φίλε, εδώ είσαι;». Ο απόστολος Πέτρος με μία ματιά του Κυρίου συγκλονίστηκε. Όταν Τον αρνήθηκε για τρίτη φορά, κι Εκείνος γύρισε και τον κοίταξε, η ματιά εκείνη του Κυρίου ήτανε έλεγχος- βγήκε έξω και έκλαψε πικρά!19 Ο Ιούδας όμως, με την προσφώνηση «φίλε», δεν συγκινείται. Με φίλημα προδίδεις τον υιόν του ανθρώπου, τον διδάσκαλό σου;... Με φίλημα;...! Δεν συγκινείται. Γιατί; Είναι αναίσθητος. Και γιατί είναι αναίσθητος; Τον κατάντησε τέτοιον το πάθος της φιλαργυρίας.

Οι δύο φάσεις της αναισθησίας.

Η αναισθησία, αγαπητοί μου, έχει δύο φάσεις. η δεύτερη φάση λέγεται πώρωση. Σ' αυτή δεν υπάρχει ουδεμία δυνατότητα πλέον διακρίσεως του καλού από το κακό. Εκείνος που έχει πάθει πώρωση δεν ξεχωρίζει τί είναι καλό και τί είναι κακό. δηλαδή έχει παντελή έλλειψη αυτογνωσίας. Μπορεί να κάνει το κακό, να κάνει έγκλημα, και να γελά! να μην αισθάνεται απολύτως τίποτε. Απολύτως! Έχουμε το φαινόμενο της πωρώσεως. είναι η αναισθησία στο τελευταίο της στάδιο. Ο άνθρωπος αυτός πια δεν έχει ελπίδα να σωθεί. είναι νεκρός, πνευματικά νεκρός.

Αλλά η πρώτη φάση, η πιο συνηθισμένη, είναι αυτή που την συναντάμε στους Χριστιανούς μας, όπως θα δείτε στη συνέχεια της αναλύσεως, σ' ένα βαθμό υπερβολικά απλωμένο και βαθύ. Εμφανίζεται δε αυτή η αναισθησία είτε ως πρακτική αμετανοησία είτε ως μη πρόοδος στην πνευματική ζωή.

Ο αναίσθητος άνθρωπος, κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος.

Αλλά να μη μιλήσω εγώ παρακάτω. ας αφήσουμε τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος να μας περιγράψει τον αναίσθητο άνθρωπο. αυτόν όμως που δεν είναι πωρωμένος. αυτόν που βλέπει, απλώς βλέπει το κακό, αλλά δεν εννοεί ποτέ να διορθωθεί. που έχει αυτή την αναισθησία, όπως σας είπα, της πρώτης φάσεως.

Ο αναίσθητος πάντα δικαιολογεί τα πάθη του.

«Κακώς πράττω, βοά, και προθύμως επίκειται». Φωνάζει: «Αυτό που κάνω είναι κακό πράγμα», αλλά με πολλή ευχαρίστηση παραμένει σ' αυτό το κακό.
"το στόμα κατά του πάθους προσεύχεται, και το σώμα υπέρ αυτού αγωνίζεται". το στόμα λέει «Θεέ μου, σε παρακαλώ, γλίτωσέ με από τους πειρασμούς της ανηθικότητος», κάνει προσευχή, και περιμένει πότε θα τελειώσει την προσευχή για να επιδοθεί στο πάθος. Ο καθένας μέσα σ' αυτή την ανατομία του αγίου Πατρός θα βρει τον εαυτό του.

Βλέπουμε εδώ ένα κράμα προσευχής και επιθυμιών, όχι όμως με σκοπό να απαλλαγεί ο άνθρωπος από τις πονηρές επιθυμίες με την προσευχή, αλλά ίσως-ίσως για να δικαιολογήσει τη συνείδησή του, να πει δηλαδή «Ε, πια δεν μπορώ να κάνω τίποτα» και κατόπιν να παραδώσει εαυτόν στην ικανοποίηση των επιθυμιών.
"Περί θανάτου φιλοσοφεί, και ως αθάνατος διάκειται". μιλάει για τον θάνατο, και ζει και κινείται σαν να μη πρόκειται να πεθάνει ποτέ.
"Περί εγκρατείας διαλέγεται, και περί γαστριμαργίας αγωνίζεται". μιλάει για την εγκράτεια, και κοιτάζει πώς ακριβώς θα ικανοποιήσει με τη γαστριμαργία τον εαυτό του.

"Την υπακοήν μακαρίζει, και αυτός πρώτος παρακούει. τους απροσπαθείς επαινεί -τους ανθρώπους εκείνους που ζουν απροσπαθώς, δηλαδή δεν κάνουν αγώνα να κατακτήσουν υλικά αγαθά- και δια ράκος μνησικακών και πολεμών ουκ αισχύνεται», αλλά για ένα κουρέλι, για ένα τίποτα, μπορεί να μνησικακήσει εναντίον του άλλου και να κάνει πόλεμο και μάχη, και δεν ντρέπεται γι' αυτό το πράγμα.

"Περί κρίσεως αναγινώσκει", διαβάζει για την Κρίση που θα γίνει, για τη δευτέρα του Χριστού Παρουσία και την Κρίση, «και μειδιάν άρχεται», κι αρχίζει να χαμογελά.

"Κορεσθείς μεταμελείται, και μικρόν προβάς πάλιν τω κόρω προσέθηκε." Αφού χορτάσει, μετανιώνει. Και το χόρτασμα πάρτε το σαν ικανοποίηση των αισθήσεων με κάθε τρόπο. θέλετε πορνικά έργα να είδε στον κινηματογράφο ή στην τηλεόραση, θέλετε να παραγέμισε την κοιλιά του, θέλετε να παραχόρτασε στην πορνεία, θέλετε να άκουσε αισχρά πράγματα, ό,τι θέλετε πάρτε... σαν ένας κορεσμός των αισθήσεων από βρώμικα, ρυπαρά πράγματα. Τί κάνει μετά; Μεταμελείται. «Αχ, τί έκανα... Γιατί ν' ακούσω; Γιατί να δω;». Και πάει λίγο πιο πέρα, και ξαναγυρίζει πάλι να προσθέσει πάλι χόρτασμα.

«Ανανήψας εστέναξε», αφού ανένηψε, εστέναξε, δηλαδή είπε: «Επιτέλους πρέπει να απαλλαγώ, να καθαριστώ!». Κάποτε δεν αποκλείεται αυτό να είναι και μία Εξομολόγηση. να 'ρχονται άνθρωποι να εξομολογούνται, και να αναστενάζουν, «Επιτέλους, έχω ανανήψει, έχω διορθωθεί». «και την κεφαλήν κινήσας, πάλιν του πάθους έρχεται», αλλά δυστυχώς επανέρχεται πάλι στο πάθος.

Αυτά εγώ τα έχω δει με τα μάτια μου. και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος αυτό λέγει. Έχει μία παράγραφο. δεν σας τη μεταφέρω ολόκληρη, από έλλειψη χρόνου. Είναι στον 17ο Λόγο. Αν θέλετε, μπορείτε να ανατρέξετε εκεί, στο πρωτότυπο ει δυνατόν, και να βρείτε αυτά τα οποία σας λέω εδώ, για να εδραιωθούν καλύτερα στη μνήμη και στην καρδιά. Αναφέρει σε μία παράγραφό του τι έχει δει ο ίδιος. Αλλά σας βεβαιώνω ότι κι εγώ έχω δει ανθρώπους, οι οποίοι μπορούν να 'ρθουν στην Εξομολόγηση, να λέγουν τούτο ή εκείνο, και να γυρίζουν να κάνουν πράγματα όχι από 'κείνα που θα κάναμε όλοι από μία αδυναμία -κανείς άλλωστε δεν γίνεται αμέσως καλά- αλλά πράγματα που να βγαίνει κανείς από τον εαυτό του κι από τα ρούχα του! Και να λέει κανείς: «Άνθρωπέ μου, εσύ ήρθες και εξομολογήθηκες, και τώρα κάνεις αυτά;! ή: συμβουλεύεις στους άλλους να κάνουν αυτά;! ή: οδηγείς τα παιδιά σου σ' αυτές τις φοβερές καταστάσεις;! Συ, που εξομολογήθηκες;!...». Αναισθησία. φοβερή αναισθησία!

"Πάντοτε εαυτού κατήγορος γίνεται», πάντοτε κατηγορεί ο αναίσθητος τον εαυτό του, «και εις συναίσθησιν ελθείν ου βούλεται, ίνα μη είπω ου δύνα­ται»20, και σε συναίσθηση να έλθει δεν θέλει. πάντα λέει: «Είμαι ταλαίπωρος, είμαι τέτοιος, είμαι τέτοιος, η ζωή είναι τέτοια. κοίταξε πού παρασυρόμαστε!». Το ακούμε από όλους, κι όλοι το λέμε, αλλά δεν εννοούμε όμως να διορθωθούμε. μένουμε εκεί, στα ίδια πράγματα. Και ο άγιος Ιωάννης σημειώνει κάτι, το οποίο θα έλεγα ότι είναι κάπως απογοητευτικό. «για να μην πω ότι δεν μπορεί»! Διότι όπως τότε τον παράλυτο έπρεπε τέσσερις να τον σηκώσουν, να χαλάσουν τη σκεπή και να τον κατεβάσουνε μπροστά στον Χριστό21, έτσι θα 'πρεπε κι αυτόν τον αναίσθητο να τον πάρει κάποιος να τον σείσει, για να συνέλθει.

Όχι μόνο αναίσθητοι, αλλά και θηριώδεις!

Και συνεχίζει ο ιερός Πατήρ, προσωποποιώντας την αναισθησία, και λέγει: «Οι εμοί υπόσπονδοι», εκείνοι οι οποίοι με λατρεύουν και μου προσφέρουν σπονδή, «νεκρούς ορώντες γελώσιν», βλέπουν νεκρούς και γελούν.

Αλλά, ας μου επιτραπεί, είναι πολύ ευρεία αυτή η παρατήρηση εδώ του ιερού Πατρός. Δεν είναι μόνον οι άνθρωποι εκείνοι που απλώς βλέπουν νεκρούς και γελούν. Το να δεις έναν που πέθανε ή που πεθαίνει και να γελάς, είναι ένα κάτι. το να παίρνεις όμως έναν γερό άνθρωπο, έναν ζωντανό άνθρωπο, και να τον βασανίζεις και να γελάς με το να γίνεσαι θηριώδης απέναντί του, αυτό είναι πολύ βαρύτερο από το να γελάς μπροστά σε έναν νεκρό.

Δυστυχώς και η εποχή μας έχει να επιδείξει φοβερές θηριωδίες ες βάρος Χριστιανών και άλλων πολιτών, δηλαδή εις βάρος ανθρώπων, ζωντανών ανθρώπων. Και ιερείς εσταύρωσαν... Ναι, ιερείς εσταύρωσαν... και θα σταυρώσουν! Και θα σταυρώσουν πάλι!... Και αθώων ανθρώπων κόπηκαν λαιμοί... και θα ξανακοπούν! Και μάτια βγάλαν και γλώσσες τραβήξαν... και θα ξαναβγούν αυτά! Οι άνθρωποι που τα έκαναν, και τα κάνουν, γελούν, ικανοποιούνται, ευχαριστιούνται! Πώς θα μπορούσαμε να πούμε και να χαρακτηρίσουμε τους ανθρώπους αυτούς... Τί φοβερή αναισθησία θα μπορούσε να τους διακρίνει... Ο Θεός να ελεήσει!

Κατά τη θεία Λατρεία στέκονται πέτρινοι!

Εν προσευχή παριστάμενοι, λιθώδεις όλοι και σκληροί και σκοτεινοί τυγχάνουσι.»22, ενώ παρίστανται στην προσευχή, είναι εξ ολοκλήρου πετρώδεις και σκληροί και σκοτεινοί.

Τους βλέπετε να πάνε στην εκκλησία ή να στέκονται σε μία ομήγυρη προσευχομένων ανθρώπων. Πώς όμως μένουν; Λιθώδεις, πέτρινοι× ουδεμία συγκίνηση, ουδεμία κατάνυξη της καρδιάς, τίποτα. Καμία αίσθηση× τίποτε! Σκληροί, σκοτεινοί! Σκληρό μάτι! Σε βλέπουν με ένα μάτι σκληρό, που πολλές φορές γυαλίζει× ένα μάτι σκοτεινό, αβυσσώδες, που αν μπορούσες να σκύψεις στο χείλος αυτής της αβύσσου, θα τρόμαζες με το τί υπάρχει στον απύθμενο πυθμένα αυτής της κολάσεως της ψυχής του ανθρώπου του σκοτεινού!

Αλλά ας έλθω και στα ηπιώτερα. Βλέπετε πώς μπαίνουν στην εκκλησία Χριστιανοί, άνθρωποι βαπτισμένοι. Δεν λέω για τους τουρίστες, τους ξένους, που κι αυτοί υποτίθεται ότι είναι Χριστιανοί, είτε Προτεστάντες είναι είτε ό,τι άλλο θέλετε, αιρετικοί φυσικά. Δεν λέω γι' αυτούς× λέω για τους Έλληνές μας, τους Χριστιανούς μας, τους Ορθοδόξους, τους βαπτισμένους, που ακούνε την καμπάνα και πηγαίνουν στην εκκλησία της ενορίας τους ή του χωριού τους. Τώρα πλέον μεγάλωσαν... πήγαν στο Πανεπιστήμιο, διδάχθηκαν την αθεΐα. Όχι πως το Πανεπιστήμιο αυτό καθ' εαυτό διδάσκει αθεΐα× η γνώση δεν οδηγεί στην αθεΐα× η αθεΐα είναι αρρώστια της γνώσεως. Πώς μπαίνουν στην εκκλησία μέσα; Με τα χέρια στις τσέπες... σαν να πηγαίνουν στο καφενείο! Ίσως κάποτε να μπουν μέσα στον χώρο τον ιερό και με το τσιγάρο! Προκειμένου να φωτογραφίσουν τοιχογραφίες, γιατί μόνο για την τέχνη ενδιαφέρονται και ασχολούνται, κι όχι για τον εικονιζόμενο Άγιο -αυτά που λέγω είναι πραγματικά- δεν διστάζουν να πατήσουν επάνω και σ' αυτή την αγία τράπεζα! Οπουδήποτε είναι ικανοί να πατήσουν, προκειμένου να φθάσουν μία τοιχογραφία με τον φακό της μηχανής τους και να φωτογραφίσουν την εικόνα! Είναι πραγματικά αυτά που σας λέω. δεν είναι φανταστικά. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν συναίσθηση πού βρίσκονται;...

Αναισθητούν μπροστά στην αγία τράπεζα!

Αλλά γιατί να τα λέω εγώ; τα λέει ο ιερός Πατήρ στη συνέχεια, «την ιεράν τράπεζαν βλέποντες, αναισθητούσι». βλέπουν την αγία τράπεζα, και μένουν αναίσθητοι.

Ακούστε. Όταν μεταφερόταν η κιβωτός του Θεού από τη Βηθλεέμ στην Ιερουσαλήμ και η άμαξα που την μετέφερε έγειρε σε μια λακκούβα και κινδύνεψε η κιβωτός να ανατραπεί, ο Οζά, από ευλάβεια, έσπευσε να την κρατήσει για να μην πέσει και πέθανε αμέσως! Τιμωρήθηκε διότι δεν ήταν Λευίτης, και δεν επιτρεπόταν σε μη Λευίτη να εγγίσει την κιβωτό του Θεού. Η οποία -τί ήταν;- ήταν από ξύλο ακακίας, επενδεδυμένη από μέσα κι απ' έξω με φύλλο χρυσού, και είχε μέσα τις λίθινες πλάκες, πάνω στις οποίες πλάκες ήταν γραμμένος ο Νόμος του Θεού.23 Συγκρίνεται όμως η κιβωτός της διαθήκηςαγία τράπεζα, όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος;...24 Εκείνη η κιβωτός τί είχε; Πέτρινες πλάκες. Εδώ τί έχει, παρακαλώ, η τράπεζα η αγία της Εκκλησίας; Έχει αυτόν τον ζώντα Λόγον, τον ενανθρωπήσαντα, υπό τα είδη του άρτου και του οίνου, που βρίσκονται πάνω της! Κι εσύ εγγίζεις και πατάς και βλέπεις αναιδώς, και δεν κατανύγεσαι και δεν αισθάνεσαι ντροπή, όταν τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ που κυκλώνουν την αγία τράπεζα κατά τη διάρκεια της θείας Λειτουργίας, κρύπτουν από συστολή τα πόδια τους με τις δύο φτερούγες, και τα πρόσωπά τους με τις άλλες δύο φτερούγες, γιατί δεν μπορούν να βλέπουν τη θεία δόξα;! Συ μένεις αναίσθητος;!... με την

Αναισθητούν μπροστά και στα Τίμια Δώρα!

Αλλά μόνον αυτό; «του Δώρου μεταλαμβάνον­τες, συνεχίζει ο άγιος Πατήρ, ως επί γεύσει ψιλού άρτου διάκεινται». Πραγματικά λιθώδεις άνθρωποι! πραγματικά πέτρινοι άνθρωποι! Πηγαίνουν και κοινωνούν -γιατί;- γιατί έρχονται Χριστούγεννα... και γιατί πρέπει να κοινωνήσουν, επειδή είναι Χριστούγεννα... Και κλωτσώντες και κλωτσώμενοι, διαπληκτιζόμενοι, θυμώνοντες, υβρίζοντες ενίοτε και σπρωχνώμενοι, έρχονται να κοινωνήσουν!25 Τί κοινώνησαν; Κρασί και ψωμί! Έτσι πιστεύουν. ψιλόν άρτο και ψιλόν οίνο -το ψι με γιώτα- δηλαδή σκέτο κρασί και ψωμί. Έτσι το αισθάνονται. Τί πήρανε; Τίποτα× ουδεμία αίσθηση. Θα 'πρεπε όμως να νοιώθουν όπως τότε οι Μαθητές, που έβλεπαν τον Κύριο και που μπορούσαν να εγγίζουν και να άπτωνται τον Λόγο του Θεού! «και αι χείρες ημών εψηλάφησαν, θα πει ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην επιστολή του, περί του λόγου της ζωής»26. Τότε οι Μαθητές δεν ψηλάφησαν τον Ιησού× ψηλάφησαν τον Θείο Λόγο!

Κι εσύ, όταν γεύεσαι αυτό που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις σου, τα μάτια σου κι η γεύση σου και τα λοιπά, δεν είναι κρασί και ψωμί, αλλά είναι αυτός ο Θείος Λόγος, αυτός ο Θείος Λόγος ο ενανθρωπήσας! Κι εσύ το θεωρείς ότι είναι τίποτα;! Τότε γιατί πας και κοινωνείς; Φύγε μακρυά× τουλάχιστον δήλωσε το ότι δεν είσαι Χριστιανός, ότι δεν θέλεις να είσαι Χριστιανός. Δεν μπορεί να εμφανίζεται κανείς, αγαπητοί μου, ως λιθώδης άνθρωπος, αναίσθητος, μπροστά στο αγιώτατο και ιερώτατο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, που αποτελεί την καρδιά, τον νου, το άλφα και το ωμέγα της χριστιανικής μας Πίστεως, που είναι αυτός ο ενανθρωπήσας Θεός Λόγος.

Ο αναίσθητος και οι ευσεβείς.

Τώρα όμως ο αναίσθητος θα πάρει επιθετική στάση απέναντι σ' εκείνους που έχουν αίσθηση. Είναι πολύ φυσικό× διότι ο αναίσθητος αναισθητεί μεν για τα πνευματικά, αλλά είναι πολύ θερμός και επιθετικός εναντίον εκείνων οι οποίοι έχουν αίσθηση πνευματική. «Εγώ κατανυσσομένους ορώσα μυκτηρίζω». Άμα βλέπω άλλους οι οποίοι κατανύγονται, έχουν θρησκευτικότητα, έχουν πνευματικότητα, εγώ αυτούς τους κοροϊδεύω. «Πάντα τα τικτόμενα εξ ανδρείας και πόθου αγαθά, εγώ αποκτέννειν υπό του εμέ γεγενηκότος πατρός μεμάθηκα», έτσι με έμαθε ο Διάβολος, ο πατέρας μου× να σκοτώνω ό,τι βλέπω να γεννιέται και να γίνεται έργο από την ανδρεία και από τον ευσεβή πόθο× εγώ θα πάω να το καταστρέψω!

Ο αναίσθητος και η... καλή ζωή.

«Εγώ γέλωτος μήτηρ», εγώ, η αναισθησία, είμαι η μάνα του γέλωτος, της κοροϊδίας και της ειρωνείας. «εγώ ύπνου τροφός». δεν με νοιάζει× τσιμέντο να γί­νουν όλοι, φούρνος να μην καπνίσει! εγώ θα κοιμάμαι... πολύ θα κοιμάμαι, θα κοιτάζω μόνο την άνεσή μου και τον τρυφή μου, την απόλαυσή μου× «εγώ κόρου φίλη», εγώ είμαι φίλη του χορτασμού, όλων των αισθήσεων. «εγώ ελεγχομένη ου πονώ», όταν με ελέγχουν οι άλλοι, δεν πονώ, δεν κατανύσσομαι, δεν αισθάνομαι.

Ο αναίσθητος και η ψευδευλάβεια.

«Εγώ -προσέξτε αυτό το τελευταίο του αγίου Πατρός- ψευδευλαβεία συμπλέκομαι.»27 -αυτό είναι το φοβερώτερο από όλα- έρχομαι να συμπλεχθώ, να ανακατευτώ και να μειγώ με την ψευδευλάβεια. Και πολλές φορές -εδώ θα συλλάβουμε τον εαυτό μας- εμφανιζόμαστε συχνά ως ευλαβείς, ενώ στην πραγματικότητα είμαστε ψευδευλαβείς. δεν υπάρχει αληθινή ευλάβεια, αλλά ψευδευλάβεια× γιατί; γιατί υπάρχει στην καρδιά μας αναισθησία. Ναι, αγαπητοί μου.

Βλέπετε ανθρώπους που είναι χρόνια ψάλτες, χρόνια νεωκόροι, χρόνια επίτροποι -χρόνια!- και δεν πήγανε μία φορά να κοινωνήσουνε! Ούτε μια φορά δεν πήγαν να κοινωνήσουν!... Είναι φοβερό. Κι αυτοί υπηρετούν την Εκκλησία, και λένε ότι έχουνε δικαιώματα στον οίκο του Θεού! Είναι φοβερό. Βλέπετε ανθρώπους σε φιλανθρωπικές επιτροπές, σε φιλόπτωχα ταμεία, σε εράνους, τρέχουν από 'δώ κι από 'κει, σου λένε «Προσφέρω τον εαυτό μου.»... αλλά στην πραγματικότητα έχουν βορβορώδη ψυχή και βίο ακατονόμαστο. Πραγματικά, να γιατί η αναισθησία συμπλέκεται όντως με την ψευδευλάβεια.

Η παροδική πνευματική αναισθησία.

Μόνο που πρέπει κάτι να σημειώσω, έτσι σαν μία παρατήρηση, για να μην απογοητευτούμε φυσικά ύστερα απ' όσα είπαμε. Πολλές φορές μας διακρίνει μία έκτακτη και παροδική αναισθησία. Μπορεί να κρατήσει κάποιες μέρες ή κάποιες ώρες, κάποιον λίγο καιρό, πολύ λίγο καιρό. Πάμε φέρ' ειπείν να λειτουργηθούμε, και δεν έχουμε όρεξη, δεν έχουμε όρεξη να λειτουργηθούμε. Το μυαλό μας δεν είναι στη Λειτουργία. γυρίζει από 'δω κι από 'κει. Αισθανόμαστε βεβαρημένο, κουρασμένο τον εαυτό μας, θέλουμε να βγούμε έξω× δεν θέλουμε ίσως να πάμε στην εκκλησία, δεν θέλουμε να κάνουμε προσευχή. Τί είναι αυτό;

Εδώ πολλές φορές ως αιτία μπορεί να υπάρχει μια ψυχοσωματική κατάσταση. Μπορεί επί παραδείγματι να υπάρχει μία κόπωση. ή μία αϋπνία, να μην κοιμηθήκαμε καλά. ακόμη να υπάρχει μία εξάντληση, ή απλώς να φάγαμε πολύ. Ήτανε μία γιορτή, φάγαμε πολύ -είναι αμαρτία να τρώμε κατά κόρον, και να μη μπορούμε να κοιμηθούμε. αλλά πολλές φορές το παθαίνουμε. Ήτανε κάτι το έκτακτο, ήτανε Πάσχα, ήτανε γιορτή, ξέρω 'γώ, φάγαμε πολύ, και δεν μπορούμε να κάνουμε προσευχή. ή νυστάζουμε, και δεν έχουμε όρεξη, δεν θέλουμε να ακούσουμε τίποτε, δεν θέλουμε να διαβάσουμε Αγία Γραφή. Πολλές φορές λοιπόν οφείλεται σε κάτι τέτοιες καταστάσεις.

Αυτή η αναισθησία ακόμη μπορεί να οφείλεται και σε μια απογοήτευση, ποικίλης φύσεως απογοήτευση -χωρίς να θέλω να κάνω ιδιαίτερη ανάλυση. Αυτό πολλάκις είναι παροδικό. όταν φύγει το αίτιο, φεύγει και αυτή η αναισθησία. Δεν πρέπει βεβαίως να ανησυχήσουμε, παρά μόνον εάν αυτό είναι διαρκώς επαναλαμβανόμενο. τότε βεβαίως εμπίπτουμε στα προηγούμενα.

Τρόποι αποφυγής της πνευματικής αναισθησίας.

Όπως αντιλαμβάνεσθε, εκείνος ο οποίος δεν έχει καταληφθεί από την αναισθησία ολοκληρωτικά, ο οποίος έχει ακόμη κάποια ευαισθησία, ανησυχεί μήπως καταληφθεί απ' αυτή την μαινάδα, όπως λέγει ο ιερός Πατήρ, και σκέφτεται πώς θα μπορούσε να απαλλαγεί ολότελα από την αναισθησία.
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος γι' αυτόν τον σκοπό συνιστά τα εξής:

«Επίμενε μελετών αγρυπνία πολλή κρίσιν αιωνίαν», να επιμένεις να μελετάς με πολλή αγρυπνία, δηλαδή πολύ να μελετάς, «κρίσιν αιωνίαν», ότι θα κριθούμε. να μελετάς βιβλία και κείμενα τέτοια, τα οποία ομιλούν για την Κρίση του Θεού.

»Όρα την εμήν αιτίαν πόσον εν σοι τίκτομαι, και κατά της μητρός αυτής -δηλαδή της αιτίας- αγωνίζου». Ερεύνησε πού οφείλεται αυτή σου η αναισθησία, σε τί πάθος, σε τί κατάστασι οφείλεται, και όταν βρεις ότι είναι στη γαστριμαργία ή στη φιλαργυρία, τότε να πολεμήσεις αυτή την αιτία.

»Εν σοροίς -το σο με όμικρον- εν σοροίς προσεύχου πυκνά, εικόνα τούτων ανεξάλειπτον εν τη καρδία σου ζωγραφών.»28. όταν έχουν αναλγήτους ανθρώπους μπροστά τους, τους στέλνουν να παρακολουθούν κηδείες και λοιπά, για να βλέπουν την ματαιότητα του κόσμου τούτου και να κατανυγεί η καρδιά τους. Τρέχα στις κηδείες. Κάνε προσευχή μπροστά σ' έναν πεθαμένο. Παρατήρησε καλά το πρόσωπό του μέσα στο φέρετρο. Προσπάθησε να τον θυμηθείς άμα ζούσε, και δες τώρα ποιος είναι, κείμενος μέσα σ' ένα κασόνι, και τί θα γίνει σε λίγο όταν θα μπει στη γη. Πήγαινε όταν θα ξεθάψουν τον ίδιο, ή κάποιους άλλους, και δες τα κόκκαλα πώς τα παίρνει ο νεκροθάφτης και πώς τα πλένει, που πιάνουν ένα σεντουκάκι μόνο. Τρέχα στις κηδείες. Πολλές φορές αυτό το μέσο το χρησιμοποιούν οι πνευματικοί

Έβλεπα την περασμένη βδομάδα ένα παιδί που είχε ένα ποδήλατο, και πίσω από το ποδήλατο είχε ένα σεντουκάκι. Αχ, λέω. τώρα καμαρώνουμε ντυμένοι, με τις φιλοδοξίες μας, με τούτα μ' εκείνα. σ' αυτό το σεντουκάκι θα μπούμε. Ένα μάτσο κόκκαλα. τίποτε άλλο! Πηγαίνετε στο κοιμητήριο, στο οστεοφυλάκιο του νεκροταφείου μας, να δείτε εκεί τα οστά μέσα στα σεντουκάκια. Ούτε φωνάζουν ούτε μιλούν ούτε τσακώνονται ούτε φιλοδοξούν... τίποτα. εκεί κάθονται μέσα στα κουτιά. Πηγαίνετε στον λάκκο απ' έξω, εκεί που ρίχνουν τα κοινά κόκκαλα, και πείτε: «Ω, Θεέ μου!...». Αυτά οπωσδήποτε προκαλούν νύξη της καρδιάς και φυγάδευση της αναισθησίας.

Αδιάλειπτος προσευχή. Κάνε προσευχή. Να παρακαλείς τον Θεό να σε βοηθήσει, να σου διώξει αυτή σου την αναισθησία.
Νηστεία. Η νηστεία βοηθάει στην εξορία της αναισθησίας.
Και, τέλος, φόβος Κυρίου. Όταν έχεις φόβο Θεού, δεν μπορείς να έχεις αναισθησία. Δεν μπορείς να έχεις. Άμα ξέρεις ότι απ' έξω απ' το σπίτι σου υπάρχουν κακοποιοί, και φοβάσαι, μπορείς να κοιμηθείς; Δεν σε πιάνει ύπνος. γιατί φοβάσαι. Έτσι κι εδώ. όταν ξέρεις ότι υπάρχει Κόλαση, δαίμονες που κυνηγούν, θα κοντοστέκεσαι ή θα τρέχεις; Γιατί; Γιατί φοβάσαι. Ο φόβος λοιπόν του Θεού, όταν εγκαθιδρυθεί μέσα στην ψυχή μας, λιώνει την αναισθησία όπως ο ήλιος το χιόνι και η φωτιά το κερί.

Προσοχή από την πνευματική αναισθησία!...

Αγαπητοί μου, η αναισθησία είναι ο θάνατος και η νέκρωση της πνευματικής ζωής αλλά και κάθε ικμάδας της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Ο λίβας της αναισθησίας, της πνευματικής αναισθησίας, -το 'χω πει πολλές φορές, θα το πω και σήμερα, θα το λέω πάντοτε- ιδιαιτέρως πνέει όλο και περισσότερο, όλο και σφοδρότερα πάνω στην Εκκλησία μας και στην πατρίδα μας. Όλο και περισσότερο! και ποσοτικά και ποιοτικά.

Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος αποκαλεί την αναισθησία «λιθώδη», δηλαδή πέτρινη, «μαινάδα», δηλαδή μαινομένη, να 'χει καταληφθεί από μανία, και «μωράν», ανόητη. επομένως κι εκείνος ο οποίος πάσχει από την αναισθησία, μεταβάλλεται σε λιθώδη, σε μαινόμενο, εναντίον κάθε πνευματικού πράγματος, εναντίον κάθε πνευματικής εθνικοθρησκευτικής παραδόσεως, και σε μωρόν άνθρωπο.
Αγαπητοί μου, είναι καιρός να κάνουμε αυστηρή αυτοκριτική- οι καιροί δεν περιμένουν!

11-11-1975

1. Αποκ. 3,18.

2. Ιωαν. 9, 39. Πρβλ. Λουκ. 4,18-19.

3. Βλ. Ιωάν. 9,1-41.

4. Λουκ. 8, 18. Πρβλ. Ματθ. 11, 15. 13, 9. 43. Μάρκ. 4, 9. Λουκ. 8, 8.14, 35. κ.ά.

5. Ψαλμ. 33, 9. Πρβλ. Α' Πέτρ. 2, 3.

6. Ησ. 53,1. Ιωάν. 12, 38-40.

7. Ιωάν. 12, 37.

8. Β' Κορ. 3,14-15.

9. Ματθ. 17, 4. Μάρκ. 9, 5. Λουκ. 9, 33.

10. Βλ. Έξοδ. 34, 29-35.

11. Β' Κορ. 3,16.

12. Λουκ. 16, 29.

13. Το έργο του Μάρκου Αυρηλίου Τα εις Εαυτόν, δηλαδή οι συζητήσεις με τον εαυτό μου, γραμμένο στην κοινή ελληνική γλώσσα της εποχής κατά την περίοδο 170-178 μ.Χ., είναι δώδεκα βιβλία που περιέχουν στοχασμούς και αφορισμούς, και ουσιαστικά αποτελεί το προσωπικό του ημερολόγιο.

14. Αγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', παρ. α', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 223.

15. Ιωάν. 6, 70.

16. Ιωάν. 6, 70. 13, 21. Ματθ. 26, 21. Μάρκ. 14, 18.

17. Ιωάν. 13, 27.

18. Ματθ. 26, 50.

19. Βλ. Ματθ. 26, 75.

20. Άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', παρ. γ', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 224-225.

21. Βλ. Ματθ. 9, 2-8.

22. Αγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', παρ. ε', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 225.

23. Βλ. Β' Βασ. 6, 3-7.

24. Βλ. Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Προς Θεόδωρον εκπεσόντα και περί μετανοίας λόγος α', 1, 21: «Αύτη γαρ... πολλώ τιμιωτέρα εκείνων σύμβολα εις την σην εναπέκειτο ψυχήν× ούτος αγιώτερος εκείνου ο ναός. ουδέ γαρ χρυσώ και αργύρω, αλλά τη του Πνεύματος απέστιλβε χάριτι. και αντί των Χερουβίμ και της κιβωτού, τον Χριστόν και τον τούτου Πατέρα και τον Παράκλητον είχεν ιδρυμένον εν εαυτώ.». Εις τον Ματθαίον, Ομιλία ΛΒ', MPG 57, 384, 54-55: «Και γαρ η τράπεζα αύτη πολλώ τιμιωτέρα και ηδίων, και η λυχνία της λυχνίας.».

25. Πρβλ. Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Εις την γενέθλιον ημέραν του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, MPG 49, 360-361: «Μέλλοντες προσιέναι τη φρικτή και θεία ταύτη τραπέζη και ιερά μυσταγωγία, μετά φόβου και τρόμου τούτο ποιείτε, μετά καθαρού συνειδότος, μετά νηστείας και προσευχής, μη θορυβούντες, μηδέ λακτίζοντες, μηδέ ωθούντες τους πλησίον× εσχάτης γαρ τούτο παρανοίας, και καταφρονήσεως ου της τυχούσης. Διό και πολλήν επάγει τοις ταύτα ποιούσι την κόλασιν και την τιμωρίαν». Εις το άγιον και σωτήριον βάπτισμα του Χριστού, MPG 49, 369: «Οίδα ότι πολλοί παρ' ημίν διά την της εορτής συνήθειαν τη ιερά ταύτη προσδραμούνται τραπέζη. Έδει μεν ουν μη εορτάς παρατηρείν, ηνίκα αν δέοι κοινωνείν, αλλά το συνειδός καθαίρειν, και τότε της ιεράς άπτεσθαι θυσίας.».

26. Α' Ιωάν. 1,1.

27. Άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', Παρ. ε', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 226.

28. Άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ΙΖ', Παρ. ε', Έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1978, σ. 226.

"ΛΟΓΟΙ ΑΦΥΠΝΙΣΕΩΣ"
† π. ΑΘΑΝ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΟΜΝΗΝΕΙΟΥ
ΣΤΟΜΙΟΝ ΛΑΡΙΣΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» 

Ο σεβασμός της ζωής - Μορφές φόνου - Τα αίτια Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος



Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος

Εντολή έβδομη (9-8-1987)
 
Έχουμε την έβδομη εντολή: «ου φονεύσεις»[1], δεν θα σκοτώσεις, με κανένα τρόπο δεν θα αφαιρέσεις τη ζωή του συνανθρώπου σου. Η εντολή αυτή, αγαπητοί μου, κατά το βιβλίο της Εξόδου είναι όγδοη· κατά το Δευτερονόμιο όμως είναι έκτη. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς την τοποθετεί έβδομη. Ακολουθούμε τον ά­γιο Γρηγόριο τον Παλαμά.

Ήθελα να δώσω μια επεξήγηση για τον λόγο που υπάρχει εδώ αυτή η δυσκολία της σειράς. Βεβαίως τό­σο το βιβλίο Έξοδος, όσο και το βιβλίο Δευτερονό­μιο, έχουν βγει από την γραφίδα του νομοθέτου Μωυσέως. Ο Μωυσής είναι εκείνος που δευτερώνει την συγγραφή και την εξαγγελία του Νόμου· γι' αυτό λέ­γεται και Δευτερονόμιο. Όμως δείχνει ότι δεν υπήρχε απολυτότητα στην έκφραση, διότι θα μπορούσε να εί­χε πάρει ρητή εντολή από τον Θεό, ώστε και η διατύ­πωση και η έκφραση να είναι κάτι το απολύτως πα­γιωμένο. Κι αυτό σημαίνει ότι οι θεοφόροι άνθρωποι μπορούν να αναλύσουν τον λόγο του Θεού πάντα θεοπνεύστως.

Αυτό έχει πολλή σημασία από ερμηνευτι­κής πλευράς.

Κι έρχομαι τώρα στην εντολή: «ου φονεύσεις», δεν θα σκοτώσεις. Η εντολή αυτή, αγαπητοί μου, α­ναφέρεται στον σεβασμό της ζωής. Η ζωή, απ’ όλα τα φυσικά δώρα του Θεού, είναι το πρώτο δώρο. Είναι πολύ φυσικό, διότι η ζωή συνιστά την ύπαρξη· κι αν έχουμε άνθρωπο, συνιστά και την αυτοσυνειδησία του ανθρώπου. Όπως ο άνθρωπος δεν μπορεί να δώσει ζωή, να δημιουργήσει δηλαδή ζωή, όχι διά της γεννήσεως, αλλά να κατασκευάσει ζωή, έτσι δεν μπορεί και να αφαιρέσει ζωή.

Η ζωή μεταλαμπαδεύεται κατ' έναν μυστηριώδη πάντοτε και ανεξιχνίαστο τρόπο· όπως αν έχω ένα σβηστό κερί, και κάποιος άλλος έχει ένα αναμμένο κερί, παίρνω το φως από κει. Μεταλαμπαδεύεται λοι­πόν η ζωή, μεταδίδεται. Αν έχω μία διακοπή της ζω­ής, δεν μπορώ να προχωρήσω παρακάτω, δεν έχω α­ναπαραγωγή ζωής. Αυτό δείχνει ότι απόλυτος Κύριος της ζωής και του θανάτου είναι μόνον ο Θεός γι' αυτό λέει και η Παλαιά Διαθήκη «Κύριος θανατοί και ζωο­γονεί»[2], είναι ο μόνος ο οποίος είναι απόλυτος Κύ­ριος της ζωής.
Βέβαια η ζωή, εξεταζόμενη και από επιστημονι­κής πλευράς, αποτελεί ένα ανεξήγητο και ερμητικά κλειστό μυστήριο. Έγιναν πολλές απόπειρες, και θε­ωρήθηκε ότι αν έχουμε κάποιες προϋποθέσεις ύλης, κάτω από ορισμένες συνθήκες, θα παραγάγουμε την ζωή. Είναι όμως μία απάτη. Η ζωή, όπως σας είπα προηγουμένως, είναι μία φλόγα που μεταλαμπαδεύε­ται· δεν παράγεται, δεν μπορεί να παραχθεί, δεν είναι δυνατόν να παραχθεί, ούτε ακόμη κι αν υποτεθεί ότι έχουμε μία υπεραισιοδοξία πως θα μπορούσαμε κάπο­τε να παραγάγουμε την ζωή. Φαίνεται ότι είναι από τα ερμητικώς κλειστά μυστήρια η ζωή, όπως ακριβώς α­πό τα ερμητικώς κλειστά μυστήρια είναι η φύση της ύλης.

Αλλά ας δούμε, αγαπητοί μου, πώς μας αναλύει την εντολή αυτή ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Λέει: «Ου φονεύσεις, ίνα μη της υιοθεσίας εκπέσης». Πρό­σεξε μην σκοτώσεις, για να μην ξεπέσεις από την υιοθεσία -τίνος;- εκείνου που ζωοποιεί και τους νε­κρούς, και γίνεις παιδί, έργω του απ’ αρχής ανθρωποκτόνου Διαβόλου· για να μη ξεπέσεις από την χάρη του Θεού, να μη ξεπέσεις από την υιοθεσία του Θεού, και γίνεις παιδί του Διαβόλου.

Πράγματι, αγαπητοί μου, ο αληθινός και πρώτος ανθρωποκτόνος είναι ο Διάβολος. Όπως το λέει ο Κύ­ριος, «εκείνος ανθρωποκτόνος ην απ’ αρχής και εν τη αληθεία ουχ έστηκεν»[3]. Ώστε ο Διάβολος από την αρχή ήταν ανθρωποκτόνος! Πότε από την αρχή; Από την αρχή της δημιουργίας, της δημιουργίας του αν­θρώπου.

Όταν ο Διάβολος είδε την δημιουργία του ανθρώ­που, είδε την ιδιαίτερη πρόνοια και φροντίδα του Θε­ού γι' αυτόν, είδε ότι ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θε­ού, είδε ότι είναι λογικός και ελεύθερος -όπως ακρι­βώς και ο Διάβολος ως πνεύμα, ως άγγελος- φθόνη­σε, και με κάθε τρόπο προσπάθησε να σκοτώσει τον άνθρωπο. Και τον σκότωσε! Γι' αυτό είναι «απ’ αρχής ανθρωποκτόνος».

Τον σκότωσε διπλά τον άνθρωπο· διπλά τον σκό­τωσε! Διότι τι είναι ο άνθρωπος; Ο άνθρωπος είναι ψυχή και σώμα. Σκότωσε λοιπόν και το σώμα του, σκότωσε και την ψυχή του. Πώς σκοτώνεται η ψυχή; Ο θάνατος της ψυχής δεν είναι παρά ο χωρισμός της ψυχής από τον Θεό, κι όχι η εκμηδένιση. Βγάλτε από το μυαλό σας την έννοια της εκμηδενίσεως δεν υπάρ­χει ούτε για την ψυχή ούτε για το σώμα, ούτε για ολό­κληρη την δημιουργία, ούτε για ένα άτομο της ύλης. Δεν υπάρχει εκμηδένιση· βγάλτε τη από το μυαλό σας! Ακόμα και στη νεκρή ύλη αν ζουλήξω κάτι, θα βγει κάτι άλλο. Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση, εκμηδέ­νιση δεν υπάρχει. Λοιπόν. Τι σημαίνει ψυχικός θάνα­τος; Σημαίνει τον χωρισμό της ψυχής από τον Θεό. Αυτός είναι ο θάνατος της ψυχής. Έτσι λοιπόν ο Διά­βολος έκανε τον άνθρωπο ν' αμαρτήσει, να παραβεί την εντολή του Θεού, και να χωριστεί η ψυχή του αν­θρώπου από τον Θεό. Αλλά είχε πει ο Θεός και είχε ειδοποιήσει: «Πρόσεξε» είπε στον Αδάμ, «αν αμαρτή­σεις, θα πεθάνεις». Και κατόπιν επήλθε ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, αυτό που λέμε πια βιολογικός θάνατος, και έχουμε πια το νεκρό σώμα. Δηλαδή ο Διάβολος σκότωσε τον άνθρωπο διπλά· τον σκότω­σε και στην ψυχή, τον σκότωσε και στο σώμα.

Έτσι αυτός ο Διάβολος είναι εκείνος που ενέ­πνευσε τον φόνο, προκάλεσε την διάθεση του φόνου στον Κάιν, για να σκοτώσει τον Άβελ. Διότι βλέπον­τας ότι ο Αδάμ και η Εύα πέθαναν ψυχικά, πνευμα­τικά, -πέθαναν δε την στιγμή που αμάρτησαν- δεν έ­μενε παρά να πεθάνουν και σωματικά. Αλλά αντί να δει αυτό -και το περίμενε ο Διάβολος πώς και πώς... και το περίμενε για να χαρεί!- βλέπει να γεννιούνται δύο παιδιά. Του ήρθε συμφορά· αισθάνθηκε ότι ο φθό­νος του δεν τελεσφόρησε· και βάζει τον έναν αδελφό να σκοτώσει τον άλλο, ακριβώς για να υπάρξει θα λέ­γαμε η εξουδετέρωση του ανθρώπινου γένους, και συ­νεπώς και εκείνου του απογόνου της Εύας -της Θεο­τόκου- που θα ερχόταν και θα του συνέτριβε την κε­φαλή[4].

Και συνεχίζει ο άγιος Γρηγόριος -σας διαβάζω σε απόδοση: «Ο φόνος προέρχεται από μια πληγή. Μια πληγή προέρχεται από μια κακομεταχείριση, ή από μία ύβρη. Μια κακομεταχείριση από μια οργή. Κι όλα αυτά συμβαίνουν στον άλλο, και εμείς ανταπο­δίδουμε». Γι' αυτό, όπως είπε ο Χριστός, «Αυτόν που θα σου πάρει το ιμάτιο, μην τον εμποδίσεις να σου πάρει και τον χιτώνα. Αυτόν που σε χτυπά, μην τον χτυπήσεις. Αυτόν που σε βρίζει, μην τον βρίσεις. Έ­τσι θα γλιτώσεις από φονικό, και εσύ και ο άλλος. Α­κόμη, και θα συγχωρήσεις. Αυτός που κακολογεί και κακοποιεί θα τιμωρηθεί. Αυτός που λέει "μωρέ" τον αδελφό του -μωρόν, ανόητο δηλαδή· "είσαι μωρός"-θα είναι ένοχος» [5].

Τι μορφές φόνου συμπεριλαμβάνει, αγαπητοί μου, η εντολή «ου φονεύσεις»;

4. Η εντολή «ου φονεύσεις», όπως σας είπα και προηγουμένως, αναφέρεται σε ολόκληρο τον άνθρω­πο. Μην το ξεχνάμε. Έτσι, μπορεί κανείς να διαπρά­ξει φόνο στην ψυχή του ανθρώπου ή να διαπράξει φό­νο στο σώμα του ανθρώπου. Το δυστύχημα είναι ότι όταν επιτελέσει ο άνθρωπος φόνο στην ψυχή του άλ­λου ανθρώπου, ο νόμος ο ανθρώπινος δεν τον πιάνει· όταν επιτελέσει φόνο του σώματος, τότε τον πιάνει ο νόμος ο ανθρώπινος. Ωστόσο, με την διάκριση που κάνουμε τώρα, ότι φονεύεται ολόκληρος ο άνθρωπος, ψυχή και σώμα, δίνεται ένα πολύ μεγάλο πλάτος στην εντολή.

Ας δούμε πώς μπορούμε να καταλάβουμε τον φό­νο ως προς το σώμα.
Πρώτα-πρώτα, είναι αυτό που ονομάζουμε φόνο, είναι δηλαδή η άμεση αφαίρεση της ζωής. Μπορεί αυτό να γίνει ή από υπολογισμό, δηλαδή εκούσια, ή ακούσια. Μπορεί να γίνει ένα δυστύχημα, ένα αυτοκι­νητιστικό δυστύχημα, οπουδήποτε, και να σκοτώσου­με έναν άνθρωπο, να γίνουμε φονείς, αλλά χωρίς να το θέλουμε.

Είτε λοιπόν εκούσια είτε ακούσια, το θέμα είναι ότι έχουμε άμεση αφαίρεση της ζωής του άλ­λου.

Δεύτερον, είναι η αυτοκτονία· όταν ο άνθρωπος φονεύει τον ίδιο του τον εαυτό. Είναι πολύ βαρύ α­μάρτημα, αγαπητοί μου, η αυτοκτονία· διότι ο μεν φό­νος δίνει περιθώρια στον φονέα να μετανοήσει -και δεν είναι καθόλου σπάνιο φονείς να έχουν μετανοή­σει- αλλά αυτός που αυτοκτονεί δεν έχει περιθώρια να μετανοήσει. Διότι πρώτα πρέπει να κάνουμε την κακή πράξη και μετά πρέπει να μετανοήσουμε· αλλά στην αυτοκτονία δεν υπάρχουν τέτοια περιθώρια, διό­τι κάνοντας την τελική πράξη φύγαμε από την παρού­σα ζωή· άρα δεν έχουμε την δυνατότητα να μετανοή­σουμε. Έτσι αυτός που αυτοκτονεί φεύγει με το βαρύ αμάρτημα του φόνου του σώματός του, της υπάρξεως του.

Τρίτον, έχουμε την έκτρωση. Η έκτρωση είναι φόνος είναι φόνος εκ προμελέτης. Μπορεί βεβαίως να έχουμε και τον φόνο εδώ τον ακούσιο, όπως είναι η α­ποβολή του εμβρύου. Να οδύρεται η μητέρα -που εν πάση περιπτώσει μπορεί κάποτε και να φταίει, μπορεί και να μη φταίει· αυτό εξετάζεται- αλλά η έκτρωση δεν είναι παρά ο θεληματικός φόνος του εμβρύου. Και το τραγικό, η τραγική ειρωνεία θα έλεγα, είναι ότι ο εικοστός αιώνας ονομάστηκε αιώνας του παιδιού... και ταυτόχρονα στον εικοστό αιώνα η έκτρωση, ο φό­νος του παιδιού, έχει γίνει ολόκληρη επιστήμη και τεχνική! Αυτό είναι μία καθαρή ανθρώπινη υποκρι­σία.

Τέταρτον, έχουμε την ευθανασία. Όπως θα γνωρί­ζετε, είναι πολύ επίκαιρο θέμα αυτό. Ευθανασία ση­μαίνει ότι εκείνος που θεωρείται ανίατα άρρωστος κά­ποτε ζητάει ο ίδιος να τον φονεύσουν (οπότε είναι υ­πεύθυνος και αυτός, γιατί δεν μπορούμε να πούμε ότι πρώτα θα ζητήσει συγγνώμην, μετά θα πάει να εξομο­λογηθεί, κι έπειτα θα πει «τώρα σκοτώστε με»!... συ­νεπώς είναι στην κατηγορία του αυτοκτονούντος εκεί­νος που ζητάει την ευθανασία) ή δεν γνωρίζει ο ανία­τα άρρωστος το θέμα αυτό, αλλά προβαίνουν σε ευθα­νασία οι συγγενείς με τον γιατρό· κάνουν ένα κάτι, μία ένεση ή ό,τι άλλο, και τελικά φονεύουν τον άν­θρωπο.

Αυτό είναι φοβερό! Διότι, αγαπητοί μου, αν ξέρω ότι σήμερα υπάρχουν κλέφτες και δολοφόνοι, κλειδώ­νω τις πόρτες μου και τα παράθυρα μου, κλειδώνω δι­πλά και τριπλά, και φυλάγομαι μέσα στο σπίτι μου. Αν υποτεθεί όμως ότι την ευθανασία θα μου την προ­καλέσει ο γιατρός που με παρακολουθεί και με θερα­πεύει, ότι θα την προκαλέσει την ευθανασία το παιδί μου, ο άνδρας μου, η γυναίκα μου, δηλαδή οι οικείοι μου προκαλέσουν την ευθανασία, τότε πώς μπορώ να φυλαχτώ; Αυτό πια θα είναι ένας αληθινός τρόμος των ανιάτως ασθενούντων, αλλά και των ηλικιωμένων ανθρώπων! Και μια μέρα -είναι παρά πολύ κοντά αυ­τό για πάρα-πάρα πολλούς λόγους- όταν οι ηλικιωμέ­νοι πηγαίνουν στα νοσοκομεία, θα τους γίνεται πολύ ωραία η ευθανασία· θα προκαλείται ο θάνατος με τον τρόπο αυτό. Όποτε ο ηλικιωμένος πια θα λέει: «Δεν τολμώ να πάω στο νοσοκομείο, δεν θέλω· άστε με να πεθάνω εδώ»· ή ακόμη, αν φοβάται τους συγγενείς του -δεν ξέρω... τι να φανταστώ!- μπορεί να πάει σ' ένα δωμάτιο ξενοδοχείου και να πει: «Όσο ζήσω θα μείνω εδώ, κι ό,τι γίνει. Αν πάω σε νοσοκομείο, θα με σκοτώσουν με τον τρόπο αυτό. Πλέον ο γιατρός εί­ναι κίνδυνός μου, οι συγγενείς είναι κίνδυνός μου, αυ­τή η ίδια η πολιτεία είναι κίνδυνός μου!». Αντιλαμβά­νεστε, αγαπητοί μου, που βρισκόμαστε;

Ακόμη, πέμπτον, είναι ο πόλεμος. Ο πόλεμος! Στον πόλεμο κανείς σκοτώνει· γίνεται και εκεί ο φό­νος. Θα μου πείτε: «Μπορεί να δικαιολογείται ο φό­νος αυτός;». Ναι, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να εξομολογηθείς, εάν γνωρίζεις ότι σκότωσες. Όπως α­κόμη, όπως λέει ο μέγας Βασίλειος, εάν θέλεις να γί­νεις ιερέας και γνωρίζεις ότι σκότωσες στον πόλεμο, δεν μπορείς να γίνεις ιερέας" είναι κώλυμα.

Έχουμε όμως και μια άλλη περίπτωση, έκτη: τον έμμεσο φόνο. Τι νομίζετε πώς είναι το τσιγάρο; Σκο­τώνει τον άνθρωπο· του αφαιρεί χρόνια ζωής. Αφού λοιπόν του αφαιρεί χρόνια ζωής, κι αυτό δεν είναι έ'να στοιχείο φόνου; Τα ναρκωτικά επίσης τι νομίζετε ότι είναι; Όταν πάρεις υπερβολική δόση, δεν πεθαί­νεις; Δεν είναι και αυτό μία αυτοκτονία, έστω κι αν δεν ήθελες να αυτοκτονήσεις; Αλλά και το ότι τα χρόνια της ζωής σου λιγοστεύουν, αυτό δεν είναι μέ­σα στην εντολή «ου φονεύσεις»;

Κατόπιν, έβδομο, είναι και η νοθεία. Εκείνοι που νοθεύουν τα φάρμακα ή τα τρόφιμα, και έτσι παθαί­νουν ζημιά οι άνθρωποι στον οργανισμό τους είναι ένοχοι φόνου. Δεν θυμάστε πριν από λίγα χρόνια, όταν κάποιοι στην Ισπανία νόθευσαν το λάδι για να έχου­νε κάποιο διάφορο, κάποιο κέρδος, και πέθαναν πολ­λοί άνθρωποι τρώγοντας το λάδι στο φαγητό τους; Φοβερό πράγμα αυτό!

Ακόμη, όγδοον, είναι οι μολυσμένες ή οι αλλοιω­μένες τροφές που προσφέρονται, και μπορεί να πά­θουν κακό ή να πάθουν ζημία στην υγεία τους οι άν­θρωποι ή και να πεθάνουν. Όσο για το μολυσμένο πε­ριβάλλον, αυτό πια είναι μία ευθύνη ομαδική, με τα εργοστάσια, με τα καυσαέρια, όλα αυτά, που ελαττώ­νουν τη ζωή του ανθρώπου.

Είναι ακόμη και η υπερκόπωση, ένατον, και η σω­ματική και η πνευματική· όταν κανείς κουράζεται υ­περβολικά, και μπορεί να φθάσει να πεθάνει.

Επίσης είναι και η γαστριμαργία, δέκατον· που μπορεί κανείς να πεθάνει όταν φάει υπερβολικά· ή ό­ταν τρώγει κατά τρόπο τέτοιον που λιγοστεύει τη ζωή του. Λέγεται ότι το μαχαιροπήρουνο, δηλαδή η γα­στριμαργία, σκοτώνει περισσότερους απ’ όσους σκο­τώνει ένας παγκόσμιος πόλεμος!

Ακόμη είναι και τα σπορ, ενδέκατον, με τα οποία σπορ επιδιώκεται το ρεκόρ· και γίνεται μία υπερέντα­ση του οργανισμού, με κίνδυνο να σπάσει ο άνθρωπος και να πεθάνει ή να λιγοστέψει η ζωή του.
Ακόμα και η μόδα, αγαπητοί μου, που με τα καλ­λυντικά και το αδυνάτισμα ζητάει πράγματα τα οποία τελικά αποβαίνουν σε ζημία του ίδιου του ανθρώπου.

Μία πολύ γνωστή μου κυρία πήγε στο κομμωτή­ριο, έφτιαξε τα μαλλιά της, και γύρισε σπίτι της και έβαλε τηγάνι για να τηγανίσει κάτι. Άλλα, είναι γνω­στό, στα κομμωτήρια βάζουν στο κεφάλι δηλητήρια για να φτιάξουν τα κατσαρά μαλλιά η ό,τι άλλο, και το δηλητήριο αυτό -δεν ξέρω πώς· ίσως έπεσε περισ­σότερο- πέρασε από την επιδερμίδα στον εγκέφαλο. Αγαπητοί μου, εκεί που τηγάνιζε τα ψάρια, έπεσε νε­κρή. Ήταν από το φάρμακο που πριν από λίγη ώρα είχε βάλει στο κεφάλι της για να φτιάξει τα μαλλιά της!

Έχουμε όμως και τον θάνατο της ψυχής· εδώ εί­ναι γενικώς τα πάθη. Τα πάθη δεν σκοτώνουν μόνο τον άλλο άνθρωπο, αλλά και εκείνον που φέρει τα πά­θη. Η οργή σκοτώνει τον άλλο, αλλά σκοτώνει και ε­κείνον που έχει την οργή· διότι ένας άνθρωπος που οργίζεται δεν είναι δυνατόν ποτέ να έχει μία καλή υ­γεία. Ακόμη, όταν κυριαρχείται κανείς από το πάθος του φθόνου, του μίσους, της μνησικακίας, μπορεί να σκοτώσει, αλλά προπαντός και να σκοτωθεί. Ο άν­θρωπος ο φθονερός, αγαπητοί μου, είναι φοβερό πράγμα. Λέμε έναν άνθρωπο ο οποίος είναι φθονερός και είναι κίτρινος, και του λέμε: «Α, κιτρινιάρη... σ' έφαγε η ζήλια!». Το λέμε αυτό· γιατί έχουμε διαπιστώ­σει ότι τα πάθη αυτά σκοτώνουν τον φορέα τους.

Ακόμα είναι και η συκοφαντία, που μπορεί να σκοτώσει την ανθρώπινη ψυχή. Να πει κανείς κάτι για έναν άλλο, και αυτό να του σκοτώσει την τιμή του και την υπόληψη του.

Αλλά είναι και τα σκάνδαλα, και τα ηθικά και τα σκάνδαλα της πίστεως. Ο Κύριος είπε: «ος δ' αν σκανδαλίση ένα των μικρών τούτων των πιστευόντων εις εμέ, συμφέρει αυτώ ίνα κρεμασθή μύλος ονικός εις τον τράχηλον αυτού και καταποντισθή εν τω πελάγει της θαλάσσης»[6]. Δηλαδή: αυτός που σκανδαλίζει έ­στω έναν απλό άνθρωπο που πιστεύει στ' όνομα μου, συμφέρει να αυτοκτονήσει, διότι η τιμωρία του θα εί­ναι μικρότερη. Καλύτερα να βάλει μυλόπετρα στον λαιμό του και να φουντάρει στη θάλασσα, λέει, παρά να σκανδαλίσει και σκοτώσει την ψυχή ενός ανθρώ­που!...  

Θα με ρωτήσετε: «Πώς σκοτώνεται η ψυχή ενός ανθρώπου;».  
Συγκεκριμένα, αυτό που είπε ο Κύριος: όταν κά­ποιος πει εναντίον της θεανθρώπινης φύσεως του Χρι­στού, και τον άλλο τον σκανδαλίσει και τον βγάλει α­πό τον χώρο της Πίστεως, ή τον σκανδαλίσει με ηθι­κό τρόπο, δηλαδή τον ρίξει στην αμαρτία, στην ανηθικότητα ή σε ό,τι άλλο. Είναι ακόμη τα αθεϊστικά βι­βλία και τα πορνικά βιβλία, αγαπητοί μου· τα μεν σκοτώνουν την ψυχή ως προς την απιστία, τα δε ως προς την αμαρτία. Και τέλος είναι ο κινηματογράφος, είναι το θέατρο, είναι η τηλεόραση. Όλα αυτά είναι ψυχοκτόνα· ψυχοκτόνα πράγματα! σκοτώνουν την αν­θρώπινη ψυχή! Και εκείνοι που τα παρασκευάζουν για την ανθρωπότητα, αυτοί είναι φονιάδες των αν­θρώπινων ψυχών.

Αν καταλάβαμε, τα αίτια του φόνου είναι: πρώτα το κακώς νοούμενο συμφέρον και μετά ο θυμός· αυτά τα δύο. Προσέξτε: το κακώς νοούμενο συμφέρον! θέ­λετε με τη νοθεία, θέλετε με την πώληση και διάδοση αθεϊστικών ή πορνικών βιβλίων, θέλετε με την διοχέ­τευση βρώμικων πραγμάτων, εκπομπών, μέσω της τη­λεοράσεως και του ραδιοφώνου; Σε όλα αυτά κυριαρ­χεί το συμφέρον. Είτε ατομικό είτε ομαδικό, πάντως το συμφέρον! Αν ξέρατε, αγαπητοί μου, αυτό το συμ­φέρον, το κακώς νοούμενο συμφέρον, πόσο συντελεί στον φόνο ψυχών και σωμάτων!...

Αλλά είναι και ο θυμός, η οργή. «Εάν μπορείς, λέει ο άγιος Πατήρ, ο άγιος Γρηγόριος, εάν μπορείς να ξεριζώσεις το κακό "προ ριζών", από τη ρίζα, α­φού έχεις την αρετή της πραότητος. Αφού έχεις την αρετή της πραότητος, είσαι ευτυχής. Εάν δεν μπορείς να μείνεις αόργητος, χωρίς οργή, τότε να έχεις αυτομεμψία και να μετανοείς απέναντι στον Θεό και στον πλησίον σου που τον κακοποίησες. Γιατί αυτός που μετανοεί στην αρχή του κακού, δεν φθάνει στην ολο­κλήρωση του κακού». Μόλις θυμώσω και μετανοήσω, τότε δεν ολοκληρώνω το κακό, διότι το τέλος, το άλ­λο άκρο του θυμού, πιθανότατα είναι ο φόνος.

Ο Κύριος, αγαπητοί μου, είπε: «Εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική ένο­χος έσται τη κρίσει» [7]. Εάν χωρίς λόγο, λέει, οργίζε­ται κανείς εναντίον του αδελφού του, τότε είναι ένο­χος στην Κρίση. Ένοχος! Πότε; Όταν οργίζεται. Διότι ο Κύριος, όπως την επιθυμία την θεωρεί την αι­τία της μοιχείας και θεωρεί κάποιον μοιχό εάν επιθύ­μησε ανήθικα, έτσι ως αιτία του φόνου θεωρεί την ορ­γή. Γι' αυτό, για να σώσει τον άνθρωπο να μην φθά­σει σ' αυτές τις ακραίες καταστάσεις λέει: «Δεν θα οργισθείς». «Ακούσατε, λέει, τον παλιό καιρό, τον αρ­χαίο καιρό, ου φονεύσεις· εγώ σας λέω δεν πρέπει να οργισθείς, διότι η οργή είναι η αιτία του κακού, η αι­τία του φόνου».

Όπως αντιλαμβανόμαστε, αγαπητοί μου, όλοι εί­μαστε ένοχοι απέναντι στην εντολή «ου φονεύσεις». Δεν βρήκατε πουθενά τον εαυτό σας σε όσα είπαμε; Ε­γώ τον έχω βρει· σε πολλά σημεία. Πού είναι εκείνοι που λένε «Δεν έκλεψα! Δεν σκότωσα!»; Για ψάξε να δεις τι σκότωσες, και κατόπιν να λες «Δεν έκλεψα!» και «Δεν σκότωσα!».

Όταν θα μιλήσουμε για την κλοπή, θα δούμε ότι οι πρώτοι κλέφτες δεν είναι τα χέρια, αλλά είναι τα μάτια. Κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, αυτά κλέβουν, με κάποια αόρατα χέρια βασκαίνουν, φθο­νούν, γιατί τα θέλουν δικά τους. Αυτά κλέβουν πρώτα. Μη λέμε λοιπόν, αγαπητοί μου, «Δεν έκλεψα! Δεν σκότωσα!»" είναι πολύ ρηχό.

Όταν δούμε τα πράγματα έτσι, τότε ας φροντίζου­με για το καλώς νοούμενο συμφέρον μας και για την αοργισία, ώστε να μην βρεθούμε ένοχοι φόνου απένα­ντι στον Θεό, που κάποτε θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας.


[1] Έξοδ. 20, 15. Δευτ. 5, 17. Ματθ. 5,21. Ρωμ. 13, 9.
[2]
[3] Ιωάν. 8, 44.
[4] Γεν. 3, 15.
[5] Ματθ. 5, 21-22. 5, 40. Λουκ. 6, 29.
[6] Ματθ. 18, 6.
[7] Ματθ. 5, 22.

π. Αθανασίου Μυτιληναίου
ΣΚΕΨΟΥ ΤΟ ΣΠΛΑΧΝΟ ΣΟΥ
Αποσπάσματα απομαγνωτοφωνημένων ομιλιών
Εκδόσεις "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"