Το ευωδιαστό άνθος των Αγράφων!
Αληθινές ιστορίες της διπλανής πόρτας...
(22/11/2013 17:03)
|
Του Διονύση Μακρή
ΜΕΡΟΣ Η
Το τοπίο στα βουνά των Αγράφων είναι μοναδικό! Τα έλατα και οι
αναβλύζουσες πηγές μαζί με το πράσινο δίδουν την εντύπωση πίνακα
ζωγραφικής. Τα κοπάδια από τα αιγοπρόβατα που βόσκουν στις βουνοκορφές
αποτελούν για την περίοδο του καλοκαιριού μία ξεχωριστή ιδιαίτερη
πινελιά στον ειδυλλιακό αυτό παραδεισένιο και ευλογημένο τόπο. Και δεν
υπάρχει ειλικρινά περίπτωση να επισκεφθεί κάποιος σήμερα τα ευλογημένα
αυτά βουνά και να μην εντυπωσιασθεί από το φυσικό περιβάλλον!
Καθώς το αυτοκίνητο λοιπόν του Αναστάση έφθασε στον χωματόδρομο άρχισε να ψιλοβρέχει!
- Αυτό μας έλειπε τώρα... η βροχή, αναφώνησε ο Αναστάσης και αναστέναξε στενάχωρα!
- Φρόντισε ο καλός Θεός να καταβρέξει τον δρόμο, έτσι ώστε να
αποφύγουμε την σκόνη. Ακόμη και τις λεπτομέρειες του ταξιδιού φροντίζει
καλέ μου φίλε, απάντησε χαμογελώντας ο Μανώλης!
- Δεν καταλαβαίνω τον τρόπο σκέψης σου. Αντιλαμβάνεσαι τα
πράγματα μωρέ αδελφέ μου πολύ διαφορετικά... Σε εμένα λ. χ. μου
εκδηλώθηκε τώρα ο φόβος μη τυχόν και κωλύσουμε στη λάσπη.
- Σιγά μη δημιουργηθεί λάσπη από αυτό το ψιλόβροχο. Έχει δίκαιο ο
Μανώλης, ο Θεός φροντίζει να μην σκονισθούμε συμπλήρωσε τότε η αδελφή
του Σοφία!
- Θα σου διηγηθώ Αναστάση μία πραγματική ιστορία για να κατανοήσεις
ότι πολλοί άνθρωποι μπορεί να βλέπουν το ίδιο αντικείμενο ή να βιώνουν
το ίδιο γεγονός αλλά να το αντιλαμβάνονται ή να το ερμηνεύουν παντελώς
διαφορετικά.
- Μα πώς είναι δυνατόν; Πώς γίνεται αυτό;
- Άκου. Ως φοιτητής, εργαζόμουν σε διανομές πρωινών εφημερίδων.
Ένα πρωινό λοιπόν, αφού τέλειωσα τη διανομή πήγα σε ένα βενζινάδικο να
βάλω βενζίνη. Ήταν ένα ζεστό καλοκαιρινό πρωινό λίγα λεπτά πριν τις επτά
και το Βενζινάδικο δεν είχε ανοίξει ακόμη. Έτσι, κάθισα στο παγκάκι
μίας πλατείας που ήταν ακριβώς δίπλα. Στο διπλανό ακριβώς παγκάκι
καθόντουσαν τρεις γέροντες και συζητούσαν. Ξαφνικά από την απέναντι
πολυκατοικία βγήκε μία καλοντυμένη και όμορφη κοπέλα, η οποία με γρήγορο
βήμα ανέβαινε την ανηφοριά. Τα βλέμματα και των τριών γερόντων έπεσαν
πάνω στο όμορφο αυτό νεαρό κορίτσι.
Τότε ένας εκ των τριών γερόντων γυρίζει στους άλλους και λέει:
«-Κοιτάξτε πώς τρέχει η ομορφονιά! Φαίνεται έφυγε ο άνδρας της και τρέχει να συναντήσει το φίλο της!
-Δεν νομίζω! Έτσι που την είδα βαμμένη μου φάνηκε πως γύριζε από
ξενύχτι. Το πιθανότερο είναι να έφυγε από το σπίτι του φίλου της γιατί
την είδα πολλή χαρούμενη. Και οι γυναίκες το πρωί κάθε άλλο παρά
χαρούμενες είναι αν κρίνω από τη δικιά μου. Πού τη βρίσκει ρε αδελφέ μου
κάθε πρωί την όρεξη για γκρίνια; Τόσα χρόνια ειλικρινά δεν μπορώ να το
εξηγήσω... συμπλήρωσε ο άλλος και τράβηξε μία ρουφηξιά από το τσιγάρο
που κάπνιζε.
- Τι ανοησίες είναι αυτές που λέτε και οι δύο σας! Η κοπέλα έτρεχε
γιατί πιθανόν να καθυστέρησε στην δουλειά της. Και η κόρη μου φεύγει
κάθε πρωί τέτοια ώρα καλοντυμένη για να πάει στην τράπεζα που εργάζεται
και όχι στον φίλο της, είπε κοιτώντας τους θυμωμένα ο τρίτος της
παρέας».
Αν και οι τρεις γέροντες έβλεπαν την ίδια εικόνα εντούτοις την
ερμήνευαν ο καθένας βάσει της ψυχικής του κατάστασης. Την έβλεπαν και με
τα μάτια της ψυχής τους...
-Τι μας λες έχει μάτια και η ψυχή; Τι άλλο θα ακούσω μ’ εσάς που έμπλεξα;
- Ναι Αναστάση η ψυχή έχει μάτια και βλέπει. Κι αν η ψυχή είναι
αιχμάλωτη του πονηρού, τότε βλέπει τα πάντα πονηρά. Τότε τα διάφορα
δαιμόνια, όπως αυτά λ.χ. της πορνείας, της κατάθλιψης, της ανασφάλειας,
του φόβου αναλαμβάνουν να επεξηγούν τα ερεθίσματα της ακοής, της γεύσης,
της όρασης κ.ο.κ. Μόλις άρχισε το ψιλόβροχο άρχισε και ο πονηρός να σε
πειράζει. Τι ήθελες Αναστάση κι ανέβηκες σ’ αυτή την ερημιά; Κι αν
κολλήσει στις λάσπες το αυτοκίνητο ποιος θα βρεθεί να σε βοηθήσει;
Καλύτερα δεν είναι να γυρίσεις πίσω; κ.ο.κ. Όλα αυτά σου έχουν
δημιουργήσει έναν φόβο, ο οποίος μπορεί να ενισχύεται και με το γεγονός
ότι θα συναντήσεις τον παράξενο αυτόν γέροντα! Έκανες τόσο δρόμο για να
δεις έναν παπά;...
- Με ξαφνιάζεις. Από πότε μπορείς να διαβάζεις τη σκέψη μου; Γιατί
είναι αλήθεια ότι άκουγα μία εσωτερική φωνή να μου θέτει αυτούς τους
προβληματισμούς που ανέφερες.
- Δεν διαβάζω τη σκέψη σου. Απλώς τους ίδιους πειρασμούς ένιωθα και
εγώ όταν συνάντησα πριν από μερικά χρόνια για πρώτη φορά τον παππούλη.
Μη φοβάσαι όμως, είναι ο Αντίδικος. Κλείσε τ’ αυτιά σου. Δεν αναρωτιέσαι
όμως το γιατί επιμένει να σε εμποδίζει να συναντήσεις τον παππούλη; Δεν
αναρωτιέσαι γιατί σε πολεμάει τώρα ενώ όταν ξέγνοιαστος πίνεις το
καφεδάκι σου στην καφετέρια σε αγνοεί; Τώρα κοντεύουμε άλλωστε να
φθάσουμε στον παππούλη κι εκεί εμπράκτως θα διαπιστώσεις αν σε ωφέλησε
το κοπιαστικό αυτό ταξίδι.
- Δεν σας κρύβω ρε παιδιά ότι πριν από δέκα λεπτά μία φωνή με
παρακινούσε να κάνω επί τόπου στροφή και να γυρίσω πίσω. «Πες πως δεν
έχεις οδηγήσει ξανά σε τέτοιο χωματόδρομο και γύρνα πίσω» μου έλεγε στ’
αυτί. «Αυτοί ζουν στον κόσμο τους. Εσύ διαφέρεις απ’ αυτούς τους
οπισθοδρομικούς. Γύρνα και όλα θα τακτοποιηθούν. Ακόμη και δουλειά θα
βρεις», μου ψιθύριζε!
- Γι’ αυτό να είσαι βέβαιος! Δουλειά θα βρεις γρήγορα αλλά δεν θα
σου τη βρει ο Αντίδικος... Κοιτάξτε παιδιά τα λουλούδια. Το Καλοκαίρι
στο βουνό θυμίζει Άνοιξη. Αλλά υπάρχει ένα λουλούδι σ’ αυτόν τον
ευλογημένο τόπο που ευωδιάζει χειμώνα καλοκαίρι. Είναι άνθος παντός
καιρού.
- Θέλω να μου το δείξεις. Δεν έχω ξανακούσει ότι υπάρχει λουλούδι
που αντέχει σε τόσο αντίξοες συνθήκες. Γιατί και τώρα που είναι τέλος
Ιουνίου κάνει πολύ κρύο έξω. Το θερμόμετρο δείχνει 10 βαθμούς κελσίου,
είπε η Σοφία!
Ο Μανώλης τότε άρχισε να χαμογελάει.
- Θα στο δείξω Σοφία. Και που ξέρεις, μπορεί να πάρουμε και καμιά ριζούλα από το λουλούδι αυτό να το φυτέψουμε στο σπίτι μας...
- Θα φυτρώσει στην Αθήνα; Εδώ έχει καθαρό αέρα, μέσα στο καυσαέριο θα είναι πολύ δύσκολο να αναπτυχθεί.
- Δεν νομίζω να μην φυτρώνει... Είναι άνθος, όπως είπα, παντός καιρού!
Η συνάντηση με τον γέροντα
Λίγο πριν το ιστορικό χωριό των Βραγγιανών η βροχή σταμάτησε. Δεν
πέρασαν παρά μόνο λίγα λεπτά όταν ξεπρόβαλλε ο ήλιος! Οι τρεις
ταξιδιώτες εντυπωσιασμένοι από το πανέμορφο τοπίο παρέμειναν σιωπηλοί
για αρκετή ώρα. Στο πρόσωπο του Αναστάση διέκρινες πλέον την αγωνία του
για τη συνάντηση με τον γέροντα. Σίγουρα θα αναλογιζόταν πως θα τον
αντιμετώπιζε ο παράξενος αυτός παπάς. Ήταν εμφανές όμως ότι είχε
βυθιστεί σε σκέψεις. Την ολιγόλεπτη σιωπή διέκοψε η Σοφία, η οποία
βλέποντας το χωριό των Βραγγιανών αναρωτήθηκε τις δυσκολίες της ζωής στα
βουνά.
Ο Μανώλης τότε τους είπε πως επί τουρκοκρατίας στην ευρύτερη
περιοχή των Αγράφων ζούσαν περί τους εκατό χιλιάδες Έλληνες. Γι’ αυτό
συναντάς χωριά με δύο και τρεις ενοριακούς ναούς. Στα μέρη αυτά υπήρχαν
πολλά μοναστήρια, όπως αυτό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στο Τροβάτο
αλλά και της Αγίας Παρασκευής που βρίσκεται καθ’ όδόν προς το Βαλάρι. Το
ιστορικό μάλιστα μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής έχει αναδείξει πέραν
των μεγάλων μορφών και ηρώων του Γένους και πολλούς αγίους. Οι Άγιοι
Ευγένιος ο Αιτωλός, Αναστάσιος ο Γόρδιος αλλά και ο Άγιος Σεραφείμ
επίσκοπος Φαναρίου έζησαν στη Μονή και υπήρξαν μεγάλοι αναμορφωτές του
σκλαβωμένου ελληνικού λαού. Στο ιστορικό αυτό μοναστήρι λειτουργούσε η
Μεγάλη Σχολή του Γένους των Βραγγιανών που ανέδειξε εκτός των ανωτέρω
αλλά και πολλών άλλων και τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, ο οποίος σ’ αυτόν
τον ευλογημένο τόπο έμαθε τα πρώτα του γράμματα και γαλουχήθηκε με τις
αξίες και τα ιδανικά της Ορθόδοξης αγίας μας Εκκλησίας. Απ’ αυτό τον
τόπο έλαβε την ευλογία για να μεταβεί στη συνέχεια στο Άγιον Όρος.
Μακάρι ευχήθηκε ο Μανώλης να ξαναεμφανιστεί μία τέτοια μορφή σαν τον
Άγιο Κοσμά στο γένος μας και να το ελευθερώσει από τη σύγχρονη μορφή
δουλείας που μας έχει επιβάλλει ο Αντίδικος.
Έπειτα από δέκα λεπτά το αυτοκίνητο του Αναστάση στάθμευε κοντά στο
ναό της Παναγίας μας στο Βαλάρι. Στην είσοδο του ναού βρισκόταν ο
παππούλης με δύο προσκυνητές και συζητούσε.
- Καλώς τα παιδιά.
- Την ευχή σου γέροντα, είπε ο Μανώλης και έσκυψε να του ασπασθεί
το χέρι. Το ίδιο έκανε και η Σοφία με τον Αναστάση. Ο γέροντας γύρισε
τότε προς τον Αναστάση και αφού του έριξε μία διεισδυτική ματιά του
είπε:
- Δεν πιστεύω παλικάρι μου να βράχηκες από τη βροχούλα; είπε ο παππούλης απευθυνόμενος στον Αναστάση.
- Όχι, ήμουν μέσα στο αυτοκίνητο, απάντησε αμήχανα εκείνος.
-Λίγο νεράκι μας έριξε ο καλός Θεούλης για να μην σκονιζόμαστε. Δεν πιστεύω παλικάρι μου να φοβάσαι τη βροχή;
- Να σας πω την αλήθεια πάτερ, όταν άρχισε να βρέχει με κυρίευσε
ένας φόβος ότι θα κολλήσει το αυτοκίνητο στις λάσπες. Ήταν τόσο έντονος
που μία δύναμη με παρακινούσε να γυρίσω πίσω.
- Τα γνωστά τερτίπια του Αντιδίκου, ήταν γέροντα, πετάχτηκε και είπε ο Μανώλης.
-Καλά- καλά, ελάτε να προσκυνήσετε την Παναγία μας. Έχουμε ώρα να μιλήσουμε, είπε ο γέροντας.
Ο παππούλης εισήλθε στο Ιερό Βήμα και αφού φόρεσε το πετραχήλι του
εξήλθε κρατώντας το ευχολόγιο! Με το σπινθηροβόλο, διεισδυτικό βλέμμα
του έβλεπε πότε τον έναν και πότε τον άλλον. Το βλέμμα του στάθηκε στον
Αναστάση. Άρχισε τότε να τον σταυρώνει.
- Θέλεις λεβέντη μου να μου πεις κάτι ιδιαιτέρως;
- Όχι πάτερ μου. Η Σοφία είναι η αδελφή μου και ο Μανώλης είναι
φίλος μου. Να ήρθα να σας παρακαλέσω για να προσευχηθείτε να βρω μία
καλή δουλειά, γιατί είμαι αρκετό καιρό άνεργος.
- Γιατί παλικάρι μου το έκανες αυτό; Πω -πω... Ήταν ανάγκη να πας με την αλλόθρησκη;
- Με ελληνίδα είναι γέροντα νυμφευμένος, πετάχτηκε και είπε τότε η
Σοφία ενώ ο Αναστάσης έσκυψε το κεφάλι και κοιτούσε το πάτωμα.
-Καλή μου κοπέλα, να σε παρακαλέσω να μας φτιάξεις καφεδάκια. Να
εκεί είναι το αρχονταρίκι μας και θα βρεις ότι χρειάζεται και ζάχαρη και
καφέ.
-Να πάω και εγώ παππούλη να τη βοηθήσω, είπε τότε ο Μανώλης, προσπαθώντας να αφήσει μόνους τον γέροντα και τον Αναστάση.
-Όχι εσύ κάτσε εδώ σε θέλω... Θα τα καταφέρει η κοπέλα και μόνη της.
-Να φτιάξω καφέ πάτερ και για τους δύο κυρίους που ήταν έξω!
- Όχι καλή μου κοπέλα γιατί έφυγαν, όταν μπήκαμε στο ναό.
Η Σοφία τράβηξε προς το Αρχονταρίκι και ο γέροντας με τον Αναστάση και τον Μανώλη παρέμειναν στο ναό.
- Είχα δεσμό με μία τουρκάλα παππούλη για αρκετά χρόνια. Την
γνώρισα το διάστημα που σπούδαζα στο εξωτερικό. Σκεπτόμουν ακόμη και να
την νυμφευθώ. Δεν σας κρύβω πως μ’ απέτρεψε η επιμονή των γονέων της να
γίνω μουσουλμάνος. Έκτοτε χωρίσαμε και γνώρισα τη γυναίκα μου. Αλλά η
τουρκάλα μου τηλεφωνούσε ακόμη και την ημέρα του γάμου μου.
Συντετριμμένος ο Αναστάσης εξιστόρησε στη συνέχεια τα πάντα που αφορούσαν τη σχέση του με την τουρκάλα.
- Να τα πετάξεις αυτά που σου έδωσε... Να τα κάψεις, να τα κάψεις
ακούς! Να κάψεις και τις φωτογραφίες, όλα να τα κάψεις... Κι όλα θα πάνε
καλά. Αυτά εμποδίζουν την ευλογία του Χριστού. Να βρεις και έναν καλό
πνευματικό να εξομολογείσαι. Να εκκλησιάζεσαι τακτικά μαζί με τη γυναίκα
σου. Τη ζημιά κάνουν στα ελληνόπουλα οι σπουδές στο εξωτερικό. Εκεί δεν
μαθαίνουν μόνο γράμματα αλλά τους κολλούν και το μικρόβιο της απιστίας.
Τα παραμορφώνουν τα καημένα τα παιδιά. Εμείς οι παπάδες όμως φταίμε,
που αφήσαμε τα ελληνόπουλα αθωράκιστα.
(συνεχίζεται)
Συντάκτης: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΚΡΗΣ Πηγή: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2013 |
Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014
Το ευωδιαστό άνθος των Αγράφων!
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου