ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΟΝ ‘ΜΕΓΑΛΟ ΙΕΡΟΕΞΕΤΑΣΤΗ’ τού Φ. ΝτοστογιέφσκιΗ ανάλυσή μου αυτή δεν θα είναι ούτε ιστορικο-φιλολογική, ούτε θεατρική —μολονότι το «Θείον» θέλγεται, π ολλές φορές, εκτός απ ό τούς Αγίους, και απ ό εμβριθείς και φωτισμένους καλλιτέχνες—αλλ’ απ ό τη σκοπ ιά τής Πολιτικής Ψυχολογίας τής Θρησκείας· η δε ερμηνεία τού εν λόγω π αγκόσμιου και κλασικού έργουτού Ντοστογιέφσκι δεν θα άπ τεται ούτε θεολογικο-φιλοσοφικών, ούτε π ολιτικών εννοιών ή καταστάσεων. Η ουσία, κατ’ εμέ, τής επ ικής αυτής νουβέλας ή Παραβολής έγκειται στη σχέση υπ αρξιακής ελευθερίας (ήτοι εσωτερικής αυτο-διερώτησης) και αναξιοπ αθημάτων τού λαού, ή, με άλλα λόγια, στη σχέση αυθεντικής ύπ αρξης (δηλ. αγιότητας) και εξουσίας (π ολιτικής και θρησκευτικής). Επ ικίνδυνο αλλά και κατ’ εξοχήν ανθρώπ ινο το δώρο τής ελευθερίας βουλήσεως στο π ρόσωπ ο του ανθρώπ ου· γιατί μπ ορεί να το στρέψει κατά τού δημιουργού Του και, συνεπ ώς, κατά τού εαυτού του, οπ ότε να οδηγηθεί στη θεοδικία, την π αράπ λευρη και π ρακτική αθεΐα, την ψευδαίσθηση της αυτεξουσιότητάς του και τελικά το Μηδενισμό, με καταληκτικό απ οτέλεσμα την αυτο-εκμηδένισή του.Στην π ορεία τής σύγχρονης ιστορίας, η εξουσία τής Εκκλησίας π αραχώρησε τη θέση της στην εξουσία τού Κράτους, η εξουσία τού Κράτους στην εξουσία τής ανθρώπ ινης συνείδησης και η τελευταία στην ανώνυμη (δημοκρατική) εξουσία τής λεγόμενης «κοινής γνώμης», η οπ οία λειτουργεί κομφορμιστικά και π ροπ αγανδιστικά. Έτσι, έχουμε μεταβληθεί σε αυτόματα, π ου ζούμε με την ψευδαίσθηση ότι είμαστε ελεύθερες π ροσωπ ικότητες. Ωστόσο, π ρόκειται για ένα φαύλο κύκλο. Ο μέσος ή κοινός άνθρωπ ος, επ ειδή όχι μόνο δεν ξέρει π ώς να διαχειρισθεί το μεγάλο αυτόδώρο τής ελευθερίας (ή, ακόμα χειρότερα, νομίζει ότι είναι ελεύθερος εσωτερικά και εξωτερικά), αλλ’ αδιαφορεί και ραθυμεί, όπ ως οι σκλάβοι τού Πλατωνικού σπ ηλαίου, αφού η ελευθερία π ροϋπ οθέτει ωριμότητα, υπ ευθυνότητα και εγρήγορση π ρος την ορθή κάθε φορά επ ιλογή, αυτό το δώρο το φοβάται (E. Fromm) και, αντ’ αυτού, ενδίδοντας στον Πειρασμό (π ου εδώ π ροσωπ οπ οιούν ο Ιβάν και ο Μέγας Ιεροεξεταστής), π ροτιμά την αβουλία, την απ ραγία, την ψυχοπ νευματική νωθρότητα και την ομοιοτυπ ία, π ου τελικά —μέσω μιας μαζοχιστικής αδυναμίας—καταλήγει σε μια συνειδητή, π ολλές φορές, αυτοπ αράδοση και υπ οδούλωση (βλ. ανταπ οδοτική θυσία) του Εγώ του στη χαμέρπ εια και π οταπ ότητα , ήτοι στις σκοτεινές δυνάμεις και τον Αντίχριστο, για τη σιγουριά και π ροστασία του απ ό το ανυπ όφορο αίσθημα της αβεβαιότητας και ανασφάλειάς του. Με άλλα λόγια, οι λαϊκές μάζες αναζητούν ένα «π ατέρα» -θύμα, για να τους κάνει τη λάντζα, και μετά να τον π ετάξουν, όπ ως άλλωστε και ο μέγας ιεροεξεταστής αναζητά, απ ’ τη μεριά του, ένα θύμα, γιατί ο άνθρωπ ος είναι φύσει κυριαρχικό ον, π ου θέλει να εξουσιάζει και να εξουσιάζεται (βλ. συλλογική αυταρχικότητα). Ο Χίτλερ απ εχθανόταν και ταυτόχρονα «αγαπ ούσε» τις μάζες. Πράγματι, η στάση τού όχλου απ έναντι στον μέγα ιεροεξεταστή ήταν αυτή τού φόβου και της απ έχθειας. Αυτό υπ οδηλώνει την εσωτερική όλων αυτών τών π ροσώπ ων αλλοτρίωση και τον διχασμό μεταξύ τής π ίστης τους στο Θεό και της αγάπ ης τους π ρος τον εαυτόν τους. Στην π ραγματικότητα, αυτό π ου επ ιθυμούν, είναι «άρτος και θεάματα», δηλ. ψωμί και θαύματα, και όχι τον ίδιο το Θεό, δηλ. την έσχατη Ελευθερία. Άρα, οι μάζες επ ιδιώκουν αφ’ ενός μεν την ικανοπ οίηση των βασικών τους αναγκών, αφ’ ετέρου δε έναν καλό διαχειριστή, π ράγματα π ου
και τα δυο δεν τους τα π ροσέφερε ο Χριστός, σε αντίθεση με το κράτος τού Βατικανού , σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι, τον Φώτη Κόντογλου, τον π . Ιουστίνο Πόπ οβιτς και π ολλούς άλλους, γιατί ο Χριστός δεν θέλει να είναι ένας σφετεριστής διαχειριστής, π ου θα π άρει το μεγαλύτερο μερίδιο απ ό την π ίτα, αλλ’ ένας ελευθερωτής μυσταγωγός –μεσίτης σαν τον Προμηθέα. Αντίθετα, ο δημαγωγός διαχειριστής τής π ολιτικο-οικονομικής εξουσίας π ροσδιορίζει και αυτό ακόμα το αντικείμενο της επ ιθυμίας τού λαού, απ οδίδοντάς του μια φαντασιακή αξία, δηλ. εξωραΐζοντάς το. Έτσι, όχι μόνο κολακεύει το λαό, αλλά και —μέσω ιδίως των μαζικών συγκεντρώσεων—τού π αρέχει μια απ ούσα ψυχική συλλογική ταυτότητα, η οπ οία τον ξεχωρίζει απ ό τον αμαρτωλό, τον αιρετικό και τον αλλοδαπ ό. Παραδίδει, λοιπ όν, αυτός ο λαός εκούσια και δουλόπ ρεπ α την ελευθερία του, τα τάλαντα και τα Χαρίσματά του, την όλη του δηλ. ανθρώπ ινη π ροσωπ ικότητα, σε κάπ οιον ή κάπ οιους (π ολιτική ή θρησκευτική εξουσία), με (εμπ ορικό) αντάλλαγμα την π ιο συμφέρουσα, υλικά και οικονομικά, διαχείριση των αγαθών του. Έτσι, είναι ο ίδιος ο λαός π ου εκθρέφει το θηρίο, το οπ οίο ύστερα θα γυρίσει να τον καταβροχθίσει (βλ. Saddam Hussein και Αμερική). Και τότε, αντί π ινακίου φακής, ο όχλος π ροσκυνά το «χρυσό μόσχο», δηλ. εμπ ίπ τει σε μια ειδωλολατρική (φαντασιακή) θρησκεία, π ου βρίσκει την ευκαιρία να τον εκμεταλλευτεί αγρίως. Και επ ειδή, όσο ο λαός υπ οβιβάζεται, καταπ ιέζεται και ευτελίζεται, τόσο π ερισσότερο αναζητά ψυχολογική στήριξη, κοινωνική αναγνώριση και συγχώρηση, ευχαριστώντας, θαυμάζοντας και απ οθεώνοντας (βλ. Ανθρωπ οθεϊσμό) τον καπ ηλευτή και θύτη του (βλ. μηχανισμό ταύτισης με τον επ ιτιθέμενο), γιατί, ταυτιζόμενος μαζί του, ικανοπ οιείται με την κυριαρχία εκείνου, μολονότι μέσα του μπ ορεί ακόμα και να τον μισεί (Marcuse), ή να θέλει να τον σκοτώσει, η κάθε εξουσία φροντίζει διαρκώς να τον τρομοκρατεί, συνθλίβει και εξουθενώνει μορφωτικά, ηθικά, ψυχικά, κοινωνικά, οικονομικά και π ολιτικά. Προκειμένου, όμως, η π αγκόσμια εξουσία και εκμετάλλευση αυτή να μην απ οκαλύψει το π ραγματικό της π ρόσωπ ο, αλλά να λανσαριστεί ως π ροσφορά, ο Λεβιάθαν , όπ ως οι τρεις δαιμονικοί Πειρασμοί τού Χριστού, υπ όσχεται ιδεολογικά στο λαό δουλειά, ψωμί, ελευθερία, καλούς μισθούς και συντάξεις, ειρήνη, τάξη, ασφάλεια και γενικά ευημερία, δηλ. ένα επ ίγειο π αράδεισο στα επ ίπ εδα της οικονομίας, τής θρησκείας και της Πολιτικής, τ.έ. μια αφηρημένη ουτοπ ία. Υπ όσχεται, με άλλα λόγια, τη μεταμόρφωση της Εκκλησίας και όλου τού κόσμου σε μια επ ίγεια καταναλωτική και ηδονοθηρική Βασιλεία τού Θεού, και μάλιστα μαγικά/αυτόματα και χωρίς κόπ ο (βλ. σύνδρομο Faust). Γιατί, αν ο άρχων δεν υπ οσχεθεί κάτι, τότε δεν θα τον αγαπ ήσουν οι υπ ήκοοί του, ή π ροτιμήσουν οι ψηφοφόροι.Πώς, όμως, θα γίνει π ιστευτή αυτή η καλή επ αγγελία ή ευ-αγγέλιο; Όταν, αντί τής απ λής π ροσφοράς, κάνουμε λόγω για διακονία τού λαού, δηλ. μέσω μιας ιεροπ οίησης της Πολιτικής, όταν δηλ. χρησιμοποιήσουμε τον Θεό για την απ όκτηση της π ολιτικο-οικονομικής εξουσίας, αφού, ούτως ή άλλως, η θρησκεία εξασφαλίζει τη μέγιστη δυνατή συνοχή τού λαού. Ο γνωστός άθεος Βρετανός φιλόσοφος Bertrand Russel γράφει ότι η απ ειλή για την ελευθερία τής σκέψης είναι σήμερα π ολύ μεγαλύτερη απ ό οπ οιαδήπ οτε άλλη επ οχή. Αλλά, δεν π ροέρχεται απ ό τη χριστιανική Εκκλησία· π ροέρχεται απ ό τις π ολιτικές κυβερνήσεις, π ου εξ αιτίας τού κινδύνου τής αναρχίας και του χάους, έχουν αναλάβει ένα χαρακτήρα ιερό, π ου π αλαιότερα ανήκε στη
θρησκεία. Άρα, εδώ κινούμαστε, και μάλιστα π ολύ έντεχνα και θεατρικά, μεταξύ π ολιτικής θρησκείας και θρησκειοπ οιημένης π ολιτικής εξουσίας.Αυτήν την π ολιτική έκφραση –εκδούλευση π ροσφέρει απ λόχερα, με τα ανάλογα φυσικά ανταλλάγματα, η ιδεολογικοπ οιημένηαστική θρησκεία, με βασικά εργαλεία της το π έπ λο τού μυστηρίου, την τελετουργική θυσία ενός ή π ολλών «απ οδιοπ ομπ αίων τράγων» και τα άφθονα, π ομπ ώδη και διατυμπ ανιζόμενα θρησκευτικά θαύματα. Όλα αυτά θα εξουδετερώσουν π αραδειγματικά την όπ οια αμφιβολία, ολιγοπ ιστία και θεοδικία τού λαού. Και, έτσι, η φυσική αριστοκρατία ή η ελίτ τού π νεύματος θα κατορθώσει να υπ οτάξει τον απ αίδευτο όχλο.Ο Μέγας Ιεροεξεταστής, υπ οκρινόμενος, όπ ως ο αρχέγονος Όφις στην Εύα, ότι αγαπ ά τον άνθρωπ ο π ερισσότερο απ ό ό,τι ο Θεός, π ου επ ιτρέπ ει ο δίκαιος και αθώος άνθρωπ ος να υπ οφέρει στην π αρούσα ζωή, εμφανίζεται ψυχολογικά ως μια συμπ λεγματική π ροσωπ ικότητα της «θέλησης για δύναμη», π ου ως τέτοια ακριβώς συνδυάζει αρσενικά (δηλ. π ατρικά) και θηλυκά (δηλ. μητρικά) στοιχεία. Εφόσον, όπ ως γνωρίζουμε, η σχέση τού μεγάλου ιεροεξεταστή Τομάς ντε Τορκεμάδα με τον π ατέρα του υπ ήρξε π ροβληματική, αναζήτησε συμβολικά αλλού την εξιδανικευμένη π ατριαρχική δύναμη· όχι, βέβαια, στον αδύναμο Σταυρωμένο χριστιανικό Θεό (π ου ανιδιοτελώς θυσιάστηκε για τη λύτρωση όλων τών αθώων θυμάτων τής ανθρωπ ότητας), αλλά στο βασιλικό οίκο και την π απ ική αυλή, των οπ οίων τις κοσμικές αυτές δυνάμεις εξουσίας εσωτερίκευσε ναρκισσιστικά μέσα του, ενώ, στη συνέχεια, τις αυτο-λάτρεψε στο π ρόσωπ ό του. Έτσι, αιτιολογεί τον Μακιαβελικό δογματισμό, τον εγωκεντρικό π ατερναλισμό και την κυνική απ ολυτότητα (μονοπ ώληση) της αλήθειας του, δηλ. την υπ οκατάσταση της απ όλυτης αυθεντίας και π αντοδυναμίας τού Θεού Πατέρα τών φώτων, τής δικαιοσύνης, τής αγάπ ης και της ελευθερίας, με τον π αγκόσμιο επ ίγειο «Άγιο Πατέρα», τον Ποντίφικα της Ρώμης (ή με άλλους, κατά καιρούς, «φιλεύσπ λαχνους» «π ατερούληδες του λαού» ή «μεγάλους αδελφούς»), καθώς και την ασφυξία τής Θείας π νοής, τη φίμωση δηλ. της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, τ.έ. τη διάβρωση, καταρράκωση και εκμηδένιση της π ροσωπ ικής μας Πεντηκοστής, τής λογικά κριτικής μας ικανότητας, του διαπ ροσωπ ικού διαλόγου, τής ελευθερίας τής σκέψης, τού π νεύματος της π ροφητείας, τής π αρρησίας και της δημιουργικότητας.Αλλά, τότε, έχουμε να κάνουμε με μια αρρωστημένη, ατροφική, εωσφορική και εκκοσμικευμένη θρησκεία, π ου αλλοτριώνει εξουσιαστή και εξουσιαζόμενο (βλ. αμοιβαία αλλοτρίωση). Η θρησκεία αυτή γεννιέται μέσω τής αντικειμενικοπ οίησης (δηλ. ολοκληρωτικοπ οίησης, μαζικοπ οίησης και αδιακριτοπ οίησης) της θεότητας και της λατρείας της. Με άλλα λόγια, π ρόκειται για μια αυτοπ εριχαρακωμένη, «κλειστή», ατομικιστική, μονιστική, αυτιστική, καρκινική και αυταρχική θρησκευτικότητα (E. Fromm), π ου υπ ερκερά τον Παπ ισμό, ή μάλλον έναν π ολιτικό Ουμανισμό, μολονότι ο θρησκευτικός ηγέτης υπ οκρίνεται φαρισαϊκά ότι υπ ηρετεί το Θεό και τον άνθρωπ ο. Η αιρετική, δηλ. νευρωσική, θρησκευτικότητα αυτή λειτουργεί θεϊστικά , μυθικά, φονταμενταλιστικά, απ ολυταρχικά, κτητικά, μαγικά, ηθικιστικά, ωφελιμιστικά και νομικιστικά . Ο Νομικισμός, ενώ ευνοεί το Νεστοριανισμό και τον Πελαγιανισμό, π αράλληλα ως αυταρχική θρησκευτικότητα αντιστοιχεί σε μια μονοφυσιτική θεώρηση του Θείου.
Απ ό την άλλη μεριά, τα δεσπ οτικά καθεστώτα, με τη μεγαλύτερη συγκεντρωτική εξουσία, χρειάζονται,π άνω απ ό όλα, ενότητα και π ολιτική σταθερότητα, την οπ οία, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπ ο, τούς εξασφαλίζει η συμπ όρευση και σύμπ ραξή τους με τη λεγόμενη «εξωτερική» (extrinsic), δηλ. την ανώριμη και π ροκατειλημμένη, θρησκευτικότητα, η οπ οία αφ’ ενός μεν γίνεται εργαλείο τής οπ οιασδήπ οτε π ολιτικο-οικονομικής εξουσίας (Allport), αφ’ ετέρου δε δεν ανέχεται τη διαφορετικότητα, την ετερότητα, τον ξένο, τον οπ οίο και φονεύει, μόνο π ου ο φόνος αυτός εξιδανικεύεται ως θρησκευτική θυσία.Μα, ίσως, θα π ουν κάπ οιοι, και ο Χριστός δεν ζητά να απ ωλέσουμε την ψυχή μας, για να την κερδίσουμε; Να ταπ εινωθούμε, για να υψωθούμε; Να αυτοκενωθούμε, για να αυτοπ ληρωθούμε; Δεν έδωσε την εξουσία τού «δεσμείν» και «λύειν»; Δεν δίδαξε την υπ ακοή; Ναι, αλλά σε π οιον; Γιατί, όχι μόνο ο Σατανάς μετασχηματίζεται σε Άγγελο φωτός, αλλά και η Εκκλησία μπ ορεί, εξ-αντικειμενοπ οιημένη, να ειδωλοπ οιηθεί. Πράγματι, η Εκκλησία τού Χριστού, αυτή η Θε-ανθρώπ ινη ζωή τής αγιότητας, αντί με τη συνεχή αυτοκριτική και μετάνοιά της να υψώνεται και π νευματικά αυξάνεται σε αντάξια Νύμφη Του, μεταβάλλεται σε ένα καθιδρυματικό, καθεστωτικό και συστημικό θεσμό με κύριες π ρακτικές τήν εκκλησιαστική δικονομία, το τελετουργικό Τυπ ικό και τη διοικητική Γραφειοκρατία. Και, τότε, αντί να θεραπ εύει και σώζει τούςανθρώπ ους, τούς αλλοτριώνει (βλ. εκκλησιογενή νεύρωση), τ.έ., διασπ ώντας τη διασύνδεση του Εγώ με τον εαυτόν τους, ή το π ρόσωπ ο με τη φύση του, ή την ψυχή απ ό το σώμα, τούς απ ομυζά τήν ενέργειά τους, συνθέτοντας —μέσω τής φαντασίας—ανύπ αρκτες αντιλήψεις,εικόνες και π αραστάσεις. Όπ ως άλλο π ράγμα είναι η π ίστη και άλλο η ευπ ιστία, μολονότι σχετίζονται, έτσι άλλο π ράγμα είναι η ασκητική και ψυχοπ αιδαγωγική υπ ακοή και άλλο η εμπ αθής υπ οταγή, τ.έ. η φοβική καθυπ όταξη και η θεσμική υπ οτέλεια. Απ αιτείται λεπτή διάκριση και ισορροπ ία σχοινοβάτη μεταξύ καλού και κακού, αγιότητας και αμαρτίας, Άκτιστου και κτιστού. Η ταπ εινοφροσύνη δεν ταυτίζεται με την απ ουσία τού Εγώ, το σβήσιμο της π ροσωπ ικότητας, τον ευτελισμό τής αυταξίας, αυτοσυνειδησίας και αυτοπ επ οίθησης· αντίθετα, τις π ροϋπ οθέτει. Ο Χριστός –Λόγος δεν μας ζητά την ακύρωση ή καταστροφή τού εαυτού μας, δηλ. τη στωική απ άθεια και τη βουδιστική νιρβάνα, αλλά την π νευματική μετα-μόρφωσή του μέσω τής ελεύθερης συνεργίας μας. Δεν έχει τόση αξία να αγαπ άς τον εαυτό σου, ή το Θεό και τον «π λησίον» σου, απ ό φόβο ή ανταπ όδοση, όσο απ ό αυθεντική, εσωτερική, άδολη και ανιδιοτελή αγάπ η. Μια τέτοια όμως αγάπ η μόνο ο αληθινά π νευματικός άνθρωπ ος μπ ορεί να αναπ τύξει και όχι ένα άβουλο ον, ή ένας υπ άνθρωπ ος, φοβικός και νευρωσικός (δηλ. κομπ λεξικός). Ο Χριστός και η Εκκλησία Του δεν υπ άρχουν στον κόσμο, για να καταδυναστεύουν και εκμεταλλεύονται το λαό, όπ ως τα ολοκληρωτικά καθεστώτα ή οι δικτάτορες, αλλά για να τον ελευθερώνουν, τον αναβιβάζουν π νευματικά, τον ανθρωπ οπ οιούν, τον εμπ νέουν, σώζουν και αγιάζουν.Απ ό π ού, όμως, άραγε, π ηγάζει βαθύτερα η δίψα για τη σαδιστική κυριαρχία (με άμεσα επ ακόλουθα τη βία και την τρομοκρατία), π ου, π ολλές φορές, φθάνει μέχρι το σαδομαζοχισμό; Με βάση την Κοινωνική Ψυχολογία, η απ άντηση είναι λόγω άμυνας απ έναντι σε ένα ομογενοπ οιημένο σύνολο ανθρώπ ων με κοινή ιδεολογική ταυτότητα· αλλά και αντίστροφα: ο μεγάλος
ιεροεξεταστής, για π αράδειγμα, ενεργεί ως μέλος μιας άλλης οργανωμένης εξουσιαστικής ομάδας. Πιο π ρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι η μεγαλύτερη επ ιθετικότητα εμφανίζεται σε ανθρώπ ους με υψηλή αλλ’ ασταθή αυτοεκτίμηση. Γενικά, η τάση τών ειδικών είναι ότι η απ ανθρωπ ία, η αγριότητα και η θηριωδία οφείλονται στην ψυχοπ άθεια, ιδίως στο ναρκισσισμό. Εξ άλλου, με βάση την Ατομική Ψυχολογία τού Alfred Adler, η ορμή για δύναμη συνιστά έναν θεμελιώδη π αράγοντα του ανθρώπ ινου ψυχισμού, π ου, μάλιστα, κατά τον Sullivan, λειτουργεί ισχυρότερα και απ ό την π είνα ή τη δίψα, π ηγάζοντας απ ό το complex κατωτερότητας, δηλ. το αίσθημα ανικανότητας του ατομικού Εγώ να σταθεί μόνο του και να ζήσει. Τέλος, με βάση τη Φροϋδική Ψυχανάλυση, η απ άντηση είναι λόγω τής απ ώθησης της μεταβίβασης και αντιμεταβίβασης του Υπ ερεγώ μας. Τα ηθικά συστήματα, συμπ εριλαμβανομένου τού Χριστιανισμού, μπ ορούν να συμβολοπ οιηθούν(συγχέοντας φαντασία και π ραγματικότητα) ως μύθοι, αξίες, ιδέες, καθήκον κ.λπ . Η θέσμιση των συμβόλων είναι εκείνη π ου π ροσδίδει κοσμική δύναμη στην Εκκλησία. Θα έπ ρεπ ε, αλλ’ ο χρόνος δεν μας το επ ιτρέπ ει, να μπ ορούσαμε να εξετάσουμε ψυχαναλυτικά αφ’ ενόςμεν τις αυτοβιογραφίες τού βασιλιά Φερδινάνδου, τής καταπ ιεσμένης τραυματικά αλλά σιδηράς βασίλισσας Ισαβέλλας, τού εβραϊκής καταγωγής δομινικανού ηγούμενου και μέγα ιεροεξεταστή Τομάς ντε Τορκεμάδα (1420-1498) και του αναγεννησιακού φιλότεχνου π άπ α Σίξτου Δ’, π ου υπ έγραψε την επ ανίδρυση της Ιεράς Εξέτασης (αφού ο θεσμός της π ροϋπ ήρχε απ ό το 1233 στη Γαλλία και ύστερα στη Γερμανία), τον π ροσηλυτισμό, όπ ως και το δικαίωμα των Πορτογάλων να απ οκτούν σκλάβους, αφ’ ετέρου δε ιστορικά τις σχέσεις τού τότε κράτους και Εκκλησίας στην Ισπ ανία (βλ. Ψυχοϊστορία). Ο π λήρως διαπ λεκόμενος π ολιτικά και ομοφυλόφιλος, κατά τον ιστορικό Στέφανο Ινφέσσουρα, π άπ ας αυτός είχε αναμιχθεί π ροσωπ ικά στη συνωμοσία δολοφονίας τού ηγέτη τής Φλωρεντίας, Λαυρέντιου του Μεγαλοπ ρεπ ή τών Μεδίκων, είχε κηρύξει σταυροφορία εναντίον τών Οθωμανών Τούρκων τής Σμύρνης και βρισκόταν σε σύγκρουση με τον αντιπ απ ιστή βασιλιά τής Γαλλίας Λουδοβίκο 11ο, ενώ φημιζόταν για το νεπ οτισμό και την ευνοιοκρατία τών εραστών του, τούς οπ οίους, μαζί με τους ανεψιούς και λοιπ ούς συγγενείς του, χειροτονούσε Καρδιναλίους. Πάντως, ο φόβος τών Μαυριτανών, τών Μαράνων (δηλ. των κρυπ το-εβραίων), τών Σεφαραδιτών Εβραίων και των Μουσουλμάνων Μορίσκος έκανε έμπ ιστο σύμμαχο του βασιλικού ζεύγους τής Ισπ ανίας τον σαδιστή Τορκεμάδα, όντας και ο π ροσωπ ικός εξομολόγος τους, ωσάν μια απ οπ λανώσα μητέρα –σύμβουλος, φαντασιωτικά. Πέρα απ ό τα ιστορικά π ρόσωπ α, π ου π ροβάλλονται χαρισματικά «ελέω τού Θεού Πατρός», αλλά και ελέω τής π ατριαρχικής δομής τής τότε κοινωνίας, όλοι οι χαρακτήρες τού Ντοστογιεφσκικού δράματος (τα αδέλφια Ιβάν, Αλιόσσα και Ντμίτρι, και ο ετεροθαλής π ατροκτόνος Σμερντιάκοφ) ζουν μια συγκρουσιακή και διασπ ασμένη ζωή. Η τύρβη και η βαβούρα τής ταβέρνας συμβολίζουν στο μυθιστόρημα την εσωτερική αναστάτωση της ψυχής τού Ιβάν· την ψυχική του αυτήν ταραχή π ροσπ αθεί ο ίδιος να διασκεδάσει με την ασίγητη ενδιατριβή του στην κοσμική ζωή. Αλλά και του αδελφού του η ψυχή, τού Ντμίτρι, είναι ταραγμένη, αφού επ ιθυμεί την ίδια γυναίκα με τον Ιβάν. Απ ό την άλλη μεριά, ο μέγας ιεροεξεταστής Τομάς ντε Τορκεμάδα, όντας μια αυταρχική π ροσωπ ικότητα, σαν τους Ναζί, π άσχοντας απ ό το λεγόμενο «Λάιος complex» , φαίνεται ότι τη σύγκρουση και ενοχή (απ ωθώντας τες ασυνείδητα) , π ου του π ροκαλούσε το π αρελθοντικό εβραϊκό Υπ ερεγώ εκ τού π ατέρα του
(και όταν έχει διαρραγεί η εμπ ιστοσύνη τού γιου π ρος τον π ατέρα, δεν υπ άρχει εμπ ιστοσύνη, αλλ’ αντίθετα μίσος και επ ιθετικότητα, και π ρος καμιά άλλη εξουσία, μηδέ τού ίδιου τού Θεού ή και του π άπ α εξαιρουμένων, ο οπ οίος π άπ ας μάλιστα είχε εκφράσει τη δυσαρέσκειά του ως π ρος τις φρικτές θηριωδίες τού Τορκεμάδα) μεταβίβαζε αρνητικά στους «εχθρούς» τής νέας συμβολοπ οιημένης μεγαλοπ ρεπ ούς αυτοεικόνας του. Με άλλα λόγια δηλ. είχε απ οσύρει τη libido του απ ό τον έξω κόσμο (δηλ. δεν αναγνώριζε το μοίρασμα των Χαρισμάτων σε κανέναν άλλον) και την κατηύθυνε καθηλωτικά μόνο π ρος το Εγώ του, εκλαμβάνοντας τον εαυτόν του —με μια μη απ ωθημένη μετουσίωση —ως τον αυτόκλητο αμύντορα του Χριστιανισμού, ανακουφιζόμενος έτσι απ ό ένα π ολύ π ιθανό π λήγμα π αθητικού μηδενισμού και κατάθλιψης (ανταναπ ληρώνοντας κάπ ως την απ όρριψη της αυτο-ιδέας του ως του κέντρου τού κόσμου, τις ματαιώσεις, το βαθύ αίσθημα κατωτερότητας, την εύθραυστη αυτοεκτίμησή του, την τραυματική του μονότητα και εν γένει μια ζωή άνευ νοήματος, π ου βίωνε),με μια μάλιστα π ρωτοφανή επ ιθετικότητα και σκληρότητα (βλ. χρόνια οργή/εκδίκηση του Νάρκισσου λόγω απ ογοήτευσης απ ό τη μη απ όλυτη π ραγμάτωση των αυτιστικών ονείρων του). ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου